Οι δυο γραμμές
Καθώς η αγωνία για το μέλλον της χώρας μας μεγαλώνει μέσα σε ένα περιβάλλον άγριας ύφεσης που συνεχώς βαθαίνει, γίνεται όλο και πιο καθαρό ότι διαμορφώνονται δύο γραμμές αντιμετώπισης της κατάστασης, ασύμβατες μεταξύ τους.
Η μια είναι η γραμμή της παραδοχής ότι άλλη λύση δεν υπάρχει παρά να υποταγούμε στη «νομιμότητα», αυτή που απαιτεί πάση θυσία η χώρα να πληρώσει τα χρέη της ξανακερδίζοντας έτσι τη χαμένη της αξιοπιστία στη διεθνή κοινότητα και στο διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Παράλληλα η χώρα θα πρέπει να αναζητήσει ένα δρόμο ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας για να μπορέσει να βγει από την κρίση και την ύφεση.
Η άλλη γραμμή πάει στο άλλο άκρο: μονομερής άρνηση της πληρωμής του χρέους. Την κρίση να πληρώσουν αυτοί που την δημιούργησαν, οι τοκογλύφοι, το μεγάλο κεφάλαιο. Η γραμμή αυτή είναι, κατά τους θιασώτες της, «η μόνη λύση για να διασωθεί η χώρα από την πτώχευση και την καταστροφή. Είναι ο μόνος τρόπος για να διασώσουν οι εργαζόμενοι τα εισοδήματά τους, τη δουλειά τους, τις συντάξεις και τα δικαιώματά τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει προοπτική για τους νέους, τους αγρότες, τους μικρομεσαίους, για την ίδια τη χώρα…» (Δ.Καζάκης).
Η πρώτη γραμμή υποτίθεται ότι είναι η μόνη «ρεαλιστική» γραμμή, αυτή που ακολουθεί η κυβέρνηση και η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου. Δεν εξασφαλίζει την αποφυγή της χρεωκοπίας, ούτε την παραμονή στο ευρώ, ούτε καν την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι όμως μια γραμμή που, κατά τους θιασώτες της, έχει πιθανότητες, με πολύ μόχθο, ματώνοντας, να τα εξασφαλίσει όλα αυτά.
Τη δεύτερη γραμμή υπερασπίζονται όσοι αρνούνται την υποταγή στους όρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αυτοί θεωρούν ότι η πτώχευση της χώρας είναι δεδομένη λόγω του χαρακτήρα του προγράμματος «στήριξης» της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφού «τα 110 δις ευρώ που υπόσχεται – στο βαθμό που θα δοθούν – όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της πλήρους αδυναμίας αποπληρωμής του χρέους, αλλά το επιδεινώνουν. Πρόκειται στην ουσία για πρόσθετο δανεισμό της χώρας με όρους και προϋποθέσεις επαχθείς». Μερικοί από τους υποστηρικτές αυτής της δεύτερης γραμμής φτάνουν να προτείνουν την αποχώρηση από την ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ώστε να αποκτήσουμε ξανά τον έλεγχο της οικονομίας μας.
Και οι δυο γραμμές προβάλλουν επιχειρήματα που, αν και διαμετρικά αντίθετα, για το μέσο πολίτη είναι ευκολότερο να τα αποδεχτεί παρά να τα αντικρούσει. Την πρώτη γραμμή, πάντως, ακολουθεί σήμερα στην πράξη η πλειοψηφία της κοινωνίας, παρά την οργή και την αγανάκτηση που τη διακατέχει. Οι υποστηρικτές της δεύτερης γραμμής αποδίδουν αυτό το γεγονός, μεταξύ άλλων, στην προπαγάνδα και στη φοβία που έσπειρε η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ.
Ο χρόνος όμως τρέχει και μαζί του τρέχουν οι εξελίξεις. Παραζαλισμένοι οι πολίτες αυτής της χώρας προσπαθούν να χωνέψουν αυτά που συμβαίνουν. Το σήμερα καθόλου δεν μοιάζει με το χτες και το αύριο θα είναι διαφορετικό από το σήμερα. Σήμερα η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα του κόσμου με αρνητική ανάπτυξη. Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί αυτό λίγους μήνες πριν; Το ότι σήμερα η πλειοψηφία της Ελληνικής κοινωνίας ακολουθεί στην πράξη την πρώτη γραμμή δεν εξασφαλίζει καθόλου ότι η κατάσταση θα είναι έτσι και αύριο, καθώς η πολιτική απαξιώνεται ραγδαία, η οικονομία χειροτερεύει μέρα τη μέρα, τα κοινωνικά προβλήματα οξύνονται και η αγανάκτηση και η απελπισία κλιμακώνονται μαζί με την ανεργία και τη φτώχεια.
Αν, πάντως, υπάρχει κάτι που οι δυο αντίθετες γραμμές, της υποταγής και της «νομιμότητας» από τη μια και της ανυπακοής και της εξέγερσης από την άλλη, συμφωνούν, είναι η ανάγκη ανασυγκρότησης της παραγωγικής βάσης της χώρας, που θα πρέπει να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα και εξαγωγικό προσανατολισμό. Στην Ελλάδα δεν λείπουν τα λαμπρά παραδείγματα επιχειρήσεων κάθε μεγέθους, μικρού ή μεγάλου, που δημιουργούν πλούτο και θέσεις εργασίας ακόμα και στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης κρίσης της χώρας μας. Αυτά τα παραδείγματα πρέπει να προβληθούν κατεπειγόντως ώστε ν’ αποτελέσουν πρότυπα για μια νέα πορεία της χώρας. Αυτό θα προσπαθήσω να κάνω προσεχώς: η προβολή θετικών παραδειγμάτων επιχειρηματικής δράσης μπορεί να συμβάλει ώστε να φυσήξει ένας άνεμος αισιοδοξίας και πίστης στις δυνατότητες της χώρας μας και του λαού μας. Και, κυρίως, μπορεί να δώσει τροφή για νέες ιδέες επιχειρηματικής δράσης και να εμπνεύσει νέες ελπιδοφόρες προσπάθειες και πρωτοβουλίες.
Η μια είναι η γραμμή της παραδοχής ότι άλλη λύση δεν υπάρχει παρά να υποταγούμε στη «νομιμότητα», αυτή που απαιτεί πάση θυσία η χώρα να πληρώσει τα χρέη της ξανακερδίζοντας έτσι τη χαμένη της αξιοπιστία στη διεθνή κοινότητα και στο διεθνές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Παράλληλα η χώρα θα πρέπει να αναζητήσει ένα δρόμο ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας για να μπορέσει να βγει από την κρίση και την ύφεση.
Η άλλη γραμμή πάει στο άλλο άκρο: μονομερής άρνηση της πληρωμής του χρέους. Την κρίση να πληρώσουν αυτοί που την δημιούργησαν, οι τοκογλύφοι, το μεγάλο κεφάλαιο. Η γραμμή αυτή είναι, κατά τους θιασώτες της, «η μόνη λύση για να διασωθεί η χώρα από την πτώχευση και την καταστροφή. Είναι ο μόνος τρόπος για να διασώσουν οι εργαζόμενοι τα εισοδήματά τους, τη δουλειά τους, τις συντάξεις και τα δικαιώματά τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει προοπτική για τους νέους, τους αγρότες, τους μικρομεσαίους, για την ίδια τη χώρα…» (Δ.Καζάκης).
Η πρώτη γραμμή υποτίθεται ότι είναι η μόνη «ρεαλιστική» γραμμή, αυτή που ακολουθεί η κυβέρνηση και η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου. Δεν εξασφαλίζει την αποφυγή της χρεωκοπίας, ούτε την παραμονή στο ευρώ, ούτε καν την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι όμως μια γραμμή που, κατά τους θιασώτες της, έχει πιθανότητες, με πολύ μόχθο, ματώνοντας, να τα εξασφαλίσει όλα αυτά.
Τη δεύτερη γραμμή υπερασπίζονται όσοι αρνούνται την υποταγή στους όρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αυτοί θεωρούν ότι η πτώχευση της χώρας είναι δεδομένη λόγω του χαρακτήρα του προγράμματος «στήριξης» της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφού «τα 110 δις ευρώ που υπόσχεται – στο βαθμό που θα δοθούν – όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της πλήρους αδυναμίας αποπληρωμής του χρέους, αλλά το επιδεινώνουν. Πρόκειται στην ουσία για πρόσθετο δανεισμό της χώρας με όρους και προϋποθέσεις επαχθείς». Μερικοί από τους υποστηρικτές αυτής της δεύτερης γραμμής φτάνουν να προτείνουν την αποχώρηση από την ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ώστε να αποκτήσουμε ξανά τον έλεγχο της οικονομίας μας.
Και οι δυο γραμμές προβάλλουν επιχειρήματα που, αν και διαμετρικά αντίθετα, για το μέσο πολίτη είναι ευκολότερο να τα αποδεχτεί παρά να τα αντικρούσει. Την πρώτη γραμμή, πάντως, ακολουθεί σήμερα στην πράξη η πλειοψηφία της κοινωνίας, παρά την οργή και την αγανάκτηση που τη διακατέχει. Οι υποστηρικτές της δεύτερης γραμμής αποδίδουν αυτό το γεγονός, μεταξύ άλλων, στην προπαγάνδα και στη φοβία που έσπειρε η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ.
Ο χρόνος όμως τρέχει και μαζί του τρέχουν οι εξελίξεις. Παραζαλισμένοι οι πολίτες αυτής της χώρας προσπαθούν να χωνέψουν αυτά που συμβαίνουν. Το σήμερα καθόλου δεν μοιάζει με το χτες και το αύριο θα είναι διαφορετικό από το σήμερα. Σήμερα η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα του κόσμου με αρνητική ανάπτυξη. Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί αυτό λίγους μήνες πριν; Το ότι σήμερα η πλειοψηφία της Ελληνικής κοινωνίας ακολουθεί στην πράξη την πρώτη γραμμή δεν εξασφαλίζει καθόλου ότι η κατάσταση θα είναι έτσι και αύριο, καθώς η πολιτική απαξιώνεται ραγδαία, η οικονομία χειροτερεύει μέρα τη μέρα, τα κοινωνικά προβλήματα οξύνονται και η αγανάκτηση και η απελπισία κλιμακώνονται μαζί με την ανεργία και τη φτώχεια.
Αν, πάντως, υπάρχει κάτι που οι δυο αντίθετες γραμμές, της υποταγής και της «νομιμότητας» από τη μια και της ανυπακοής και της εξέγερσης από την άλλη, συμφωνούν, είναι η ανάγκη ανασυγκρότησης της παραγωγικής βάσης της χώρας, που θα πρέπει να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα και εξαγωγικό προσανατολισμό. Στην Ελλάδα δεν λείπουν τα λαμπρά παραδείγματα επιχειρήσεων κάθε μεγέθους, μικρού ή μεγάλου, που δημιουργούν πλούτο και θέσεις εργασίας ακόμα και στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης κρίσης της χώρας μας. Αυτά τα παραδείγματα πρέπει να προβληθούν κατεπειγόντως ώστε ν’ αποτελέσουν πρότυπα για μια νέα πορεία της χώρας. Αυτό θα προσπαθήσω να κάνω προσεχώς: η προβολή θετικών παραδειγμάτων επιχειρηματικής δράσης μπορεί να συμβάλει ώστε να φυσήξει ένας άνεμος αισιοδοξίας και πίστης στις δυνατότητες της χώρας μας και του λαού μας. Και, κυρίως, μπορεί να δώσει τροφή για νέες ιδέες επιχειρηματικής δράσης και να εμπνεύσει νέες ελπιδοφόρες προσπάθειες και πρωτοβουλίες.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home