Κώστας Παππής

10/19/2020

Δημήτρης Κωτσοβίλης, ένας δάσκαλος


Δημήτρης Κωτσοβίλης. Ένας δάσκαλος από τα μέρη μας, που έχει φύγει από καιρό. Ένας αφανής ήρωας, με πραγματική, ουσιαστική και πολύτιμη προσφορά στην κοινωνία του τόπου του. 

Ένας δάσκαλος. Που ήταν και δικός μου δάσκαλος, κι έχω απ’ αυτόν προσωπικές αναμνήσεις. Παραθέτω μια τέτοια ανάμνηση στο τέλος. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Αλλά πρώτα λίγες φωτογραφίες:






Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου το φύλλο της εφημερίδας «Γνώμη των Πολιτών» με ημερομηνία 14-9-2020. Ξεφυλλίζοντάς το είδα κάτι που πολύ με συγκίνησε: ένα άρθρο, καλογραμμένο και με πλήθος πληροφορίες και φωτογραφίες, με τίτλο «Δημήτρης Κωτσοβίλης: Ένας φωτισμένος δάσκαλος…». Στο τέλος σημειώνεται: «Έρευνα-κείμενα-επιμέλεια: Γιώτα Χρ. Αθανασούλη». 

Από το άρθρο της κ.Αθανασούλη αντιγράφω κάποια βιογραφικά στοιχεία για τον Δημήτριο Κωτσοβίλη. Τα υπόλοιπα ο ενδιαφερόμενος θα τα βρει στο https://gnomipoliton.com/2020/09/14/

Ο Δημήτριος Κωτσοβίλης γεννήθηκε το 1905 στους Καλλιάνους της Στυμφαλίας. Εκεί τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Γυμνάσιο πήγε στη Νεμέα. Πήρε πτυχίο παιδαγωγικής από την Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία Αθηνών. Πρωτοδιορίστηκε δάσκαλος το 1927 σε Δημοτικό Σχολείο στις Σέρρες. Το 1930 μετεκπαιδεύτηκε για δύο χρόνια στα αγροτικά στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών. Το 1932, αφού τελείωσε την μετεκπαίδευσή του, μετατέθηκε στο Δημοτικό Σχολείο Μουλκίου. Στο χωριό παντρεύτηκε την Άννα Ρουμπέκα και απέκτησαν τρία παιδιά: τον Ευάγγελο, την Παναγιώτα και την Βασιλική. 

Στο Δημοτικό Σχολείο Μουλκίου φύτεψε μουριές και εκπαίδευσε τους μαθητές του στην μελισσοκομία και την εκτροφή κουνελιών Προσπαθούσε με κάθε μέσο να εμφυσήσει στους ντόπιους αγρότες την ανάγκη να ασχοληθούν με νέα εμπορεύσιμα προϊόντα, πέραν των παραδοσιακών καλλιεργειών της σταφίδας και των οπωροκηπευτικών.

Το 1937 εξέδωσε το βιβλίο «Εκλαϊκευμέναι Γεωπονικαί γνώσεις» που απευθυνόταν στον γεωργικό πληθυσμό. Περιελάμβανε άρθρα που είχε δημοσιεύσει μεταξύ 1933 και 1936 στην εφημερίδα «Νέα Κόρινθος», αλλά και νέα στοιχεία και εργασίες.

Το 1938 μετατέθηκε στο Δημοτικό Σχολείο Τραγάνας και το 1943 στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Κιάτου. Το 1955 διορίσθηκε διευθυντής του Σχολείου κι έλαβε σειρά εκσυγχρονιστικών μέτρων, ενισχύοντας την υλικοτεχνική υποδομή (θρανία, βιβλιοθήκες, βιβλία, χάρτες, όργανα φυσικής και χημείας, κ.ά.) αλλά και τις εκπαιδευτικές δράσεις. Κατάφερε στην θητεία του να μειώσει σημαντικά τον αναλφαβητισμό στην περιοχή και ν’ αυξήσει κατακόρυφα τον αριθμό των παιδιών που έπαιρναν απολυτήριο Δημοτικού. Παράλληλα έκανε δωρεάν φροντιστήρια σε άπορα παιδιά που θα έδιναν εξετάσεις εισαγωγής στο Γυμνάσιο.

Πέθανε στις 10 Σεπτεμβρίου 1979 σε ηλικία 73 ετών από ανακοπή καρδιάς. Άφησε πίσω του ένα σπουδαίο έργο και γενιές νέων αγροτών που είχαν εκπαιδευθεί στα χέρια του. 

Τι μένει απ’ αυτόν; Η ανάμνησή του στις καρδιές εκείνων που υπήρξαν μαθητές του. Και η ευγνωμοσύνη τους. Δεν του απένειμαν παράσημα και μετάλλια, δεν δώσανε τ’ όνομά του σε κάποιο δρόμο, ούτε στήσανε την προτομή του σε κάποια πλατεία, πόσο μάλλον στην κεντρική. Είθισται για όσους το αξίζουν…

Ο δάσκαλός μου υπήρξε με τον τρόπο του ένας διάδοχος του Ησίοδου στον εικοστό αιώνα. Όπως ο μέγας αρχαίος Βοιωτός ποιητής, γεννημένος τον 7ο αιώνα π.Χ. απέναντι από το Κιάτο, στους πρόποδες του Ελικώνα, που από πάνω του θα δεις χειμώνα-καλοκαίρι να λάμπει τ’ άστρο του Βορρά, ο Πολικός αστέρας, έτσι κι ο δάσκαλός μου γίνεται κι αυτός διδακτικός για τον κόσμο της αγροτιάς μέσα από το καθημερινό έργο του κι από τις δημοσιεύσεις του στον τοπικό τύπο.   

Διαλέγω για σύγκριση δυο αποσπάσματα. Το πρώτο από το έργο «Έργα και Ημέραι» του ποιητή της Θεογονίας Ησίοδου, μεταφρασμένο από τον Παναγή Λεκατσά: 

«Μα όταν ο φερο-σπίτης [έτσι μεταφράζει ο Λεκατσάς την αρχαία λέξη για το σαλιγκάρι «φερέοικος – που φέρει πάνω του το σπίτι του!] ανεβαίνει από τη γη στην φλούδα των δέντρων, φεύγοντας μπρος απ’ τις Πλειάδες [εννοείται για ν’ αποφύγει την ζέστη της μέρας που αρχίζει λίγο μετά την ανατολή της Πούλιας], τότε δεν είναι πια καιρός να σκάψεις τ’ αμπέλια σου, αλλά καιρός να τροχίζεις τα δρέπανα και να ξεσηκώνεις τους δούλους. Τον καιρό του θερισμού, όταν ο ήλιος σκληραίνει το δέρμα, απόφευγε το καθισιό στην σκιά και τον πρωινό τον ύπνο. Τότε πρέπει να κάνεις γρήγορα και να κουβαλάς τον καρπό στο σπίτι σου, σηκωμένος από το χάραμα, για νάναι σου το βιος ασφαλισμένο. Η Αυγή κόβει το ένα τρίτο από ό,τι μπορεί να κάνει κανείς για μια μέρα, η Αυγή κάνει να προκόβει κανείς και στον δρόμο και στην δουλειά, η Αυγή, που μόλις φανεί, τόσους ανθρώπους ρίχνει ξαφνικά στους δρόμους, και στα λαιμά τόσων βοδιών τους ζυγούς βάζει».

Ας δούμε τώρα το δεύτερο απόσπασμα. Είναι από ένα άρθρο του δάσκαλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Νέα Κόρινθος» στις 22 Ιανουαρίου 1933.

«Και τώρα ας πούμε κάτι και για το φύτευμα. Τα οπωροφόρα δένδρα που διαλέξαμε για τον τόπο μας πρέπει μέχρι την άνοιξη να τα φυτέψουμε. Και πρώτα θα κανονίσουμε τις αποστάσεις κατά ένα ορισμένο σχήμα και θα ανοίξουμε τις γούβες. Συνήθως στις αποστάσεις δίνουμε σχήμα τετραγωνικό, αλλά καλύτερα να δώσουμε ρομβικό, γιατί έτσι φυτεύουμε στην ίδια έκταση περισσότερα δένδρα και εκμεταλλευόμαστε το έδαφος καλύτερα. Η απόσταση εξαρτάται από το είδος του δένδρου. Θα έχουμε ως αρχή, αφού ξέρουμε πρώτα το μπούγιο που παίρνουν τα δέντρα όταν μεγαλώσουν, ότι πρέπει να τα φυτεύουμε σε τέτοια απόσταση, ώστε κατά την μεγαλύτερη ανάπτυξη να αποφύγουμε το μπλέξιμο των κλαδιών, γιατί τότε τα δέντρα δεν θα αερίζονται ούτε θα ηλιάζονται, που επιβάλλεται για την κανονικής καρποφορία και υγεία τους. Συνήθως στις καρυδιές δίδομε απόσταση 10-12 μέτρα, στις μυγδαλιές 8-10, στις βυσσινιές 5-6, στις κερασιές, ροδακινιές και βερικοκιές 6-7, στις αχλαδιές που είναι κεντρωμένες σε κυδωνιά 4-5 και στις άλλες 6-8 μέτρα. Οι γούβες ανοίγονται ευρύχωρες, αν δε είχαν ανοιχθεί από τον Οκτώβριο, θα ήτο καλύτερα. Κατά το άνοιγμα προσέχομε να ρίχνομε το επάνω χώμα που είναι καλλιεργημένο από το ένα μέρος και το κάτω (υπέδαφος) από το άλλο. Αφού βγάλομε όλες [τις γούβες], αφήνομε σε κάθε γούβα από ένα δένδρο και αρχίζομε το φύτευμα. Η πρώτη μας δουλειά είναι να ρίξομε στο λάκκο χώμα από το σωρό που κάμαμε από το καλλιεργημένο, αφού το ανακατώσομε με χωνεμένη κοπριά, τόσο, ώστε να γίνει ένας σωρός σε τέτοιο ύψος που να αφήνει το βάθος που θέλει το δέντρο. Το πόσο θέλει το βρίσκομε αν κοιτάξουμε πόσο είχε πάει βαθιά εκεί που το είχαμε φυτέψει. Το να φυτέψουμε πολύ βαθιά, και μάλιστα σε αργιλώδη εδάφη, είναι σαν να το στέλνουμε στην άλλη ζωή του, γιατί οι ρίζες θα πάθουν ασφυξία. Μόνο λίγο βαθύτερα θα βάλουμε το δέντρο που φυτεύεται σε αμμουδερά εδάφη…». 

Δυο δάσκαλοι. Ο ένας, ο αρχαίος, ποιητικός και με μια διάθεση να νουθετήσει. Ο δεύτερος πιο πρακτικός, να δώσει οδηγίες για να γίνει καλά η δουλειά και να έχει αποτέλεσμα.  

Έρχομαι τώρα σε μια προσωπική μου ανάμνηση. Είχα τον Δημήτριο Κωτσοβίλη δάσκαλο στην έκτη τάξη στο 1ο δημοτικό σχολείο Κιάτου. Πλησίαζε η 28η Οκτωβρίου. Καιρός ν’ αρχίσουμε πρόβες για την παρέλαση. Μια μέρα ο δάσκαλος μας βγάζει στον παραλιακό δρόμο κάτω από το σχολείο. «Συνταχτείτε τρεις-τρεις, οι ψηλοί μπροστά οι κοντοί πίσω», μας λέει. Και γυρνώντας σε μένα μου λέει να βγω έξω από την παράταξη. Γιατί; Η απορία μου λύθηκε αμέσως. «Αυτός ο συμμαθητής σας, παιδί πάμπτωχων γονιών, κατάφερε με τη μελέτη να είναι ο πιο καλός μαθητής στην τάξη του. Αυτός αξίζει να είναι ο σημαιοφόρος σας». Είπε κι άλλα, διδακτικά, που δεν τα συγκράτησα. Δεν μέτρησε τόσο στην κρίση του, νομίζω, το αν ήμουν πράγματι ο πιο καλός ο μαθητής. Μπορεί και να μην ήμουν. Πιο πολύ θα μέτρησε η ταπεινή μου καταγωγή κι η προσπάθεια που έκανα.  

Η φωτογραφία για του λόγου το αληθές.  


Τελευταίο: Ο δάσκαλός μου ήταν απόγονος μεταναστών από την Γεωργία! Μου το αποκάλυψε η νύφη του κ.Μύρτα Κίσσα-Κωτσοβίλη, μαζί με άλλα στοιχεία που μου έδωσε, για τα οποία την ευχαριστώ θερμά.

Ένας απόγονος μεταναστών, τόσο χρήσιμος για την δεύτερη πατρίδα των προγόνων του, με τόσο πολύτιμη προσφορά! Οι συνειρμοί κι οι συγκρίσεις αναπόφευκτες …