Κώστας Παππής

12/14/2020

Το Δένδρο της Ανυπαρξίας

 

Στον φίλο και παλιό συμμαθητή μου Νώντα Κωνσταντίνου, από το Μπούζι, που ζει στην Μελβούρνη απ’ όταν μετανάστευσε εκεί στα είκοσί του χρόνια, είναι αφιερωμένη η στήλη μου στην εφημερίδα ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, στο νέο της φύλλο. Στην στήλη, που φέρει τον τίτλο «Πρό(σ)κληση σε διάλογο», φιλοξενώ το κείμενό του με τίτλο «Το Δέντρο της Ανυπαρξίας». Το νέο φύλλο θα είναι διπλό (Νοέμβριος-Δεκέμβριος) και θα κυκλοφορήσει λόγω των γνωστών συνθηκών μόνο ηλεκτρονικά.

 

Το κείμενο του Νώντα διαβάζεται σαν απόσταγμα της πείρας μιας ολόκληρης ζωής, σαν φιλοσοφική επιτομή αλλά και, απλά, σαν ποίημα. Το διάβασε ο ίδιος σε μιαν από τις συναντήσεις του «Φιλοσοφικού Καφενείου» της Μελβούρνης, ανταποκρινόμενος  στην πρόσκληση του Προέδρου της συνάντησης, διατυπωμένης όπως στα κλασσικά χρόνια από τον Κήρυκα στην Πνύκα: «τις αγορεύειν βούλεται;». Ποιος θέλει να μιλήσει; 

 

Τι είναι το «Φιλοσοφικό Καφενείο» της Μελβούρνης; Αν θέλετε την δική μου απάντηση, είναι η ζωντανή απόδειξη πως η Ελλάδα, αν ζει κάπου, μπορεί να ζει εκτός Ελλάδας.

 

Είναι μια Λέσχη ελλήνων, που ιδρύθηκε πριν 30 περίπου χρόνια. Ιδρυτής είναι ο Δρ. Κώστας Βίτκος, που συνεχίζει να υπηρετεί και να διδάσκει αφιλοκερδώς την ομήγυρη, ενώ στις τυχόν απουσίες του αναλαμβάνει ο Καθηγητής Θωμάς Ηλιόπουλος. Το φιλόξενο και μεγάλο κτίριο των Αρκάδων, που βρίσκεται σε κεντρικό μέρος της πόλης της Μελβούρνης, είναι ο τόπος συγκέντρωσης όσων θέλουν να συμμετάσχουν στις συναντήσεις του Καφενείου. Οι συναντήσεις είναι μηνιαίες, με 30-50 παρευρισκόμενους, πολλοί από τους οποίους έχουν εκπαιδευτικό παρελθόν, και διαρκούν περίπου τρεις ώρες. Η προσέλευση είναι ελεύθερη για όλους. Επίσης κάνουν τέσσερις εκδρομές τον χρόνο, γιορτάζοντας τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια.

 

Οι συναντήσεις αρχίζουν με λεξιλόγιο και γραμματική,  ακολουθεί το περίπου  εικοσάλεπτο των αγορεύσεων («τις αγορεύειν βούλεται»), όπου καθένας είναι ελεύθερος να πάρει τον λόγο, μετά από προτροπή του δασκάλου. Μετά ακολουθεί καφεδάκι, με γλυκά που έχουν ετοιμάσει οι κυρίες, και το τελευταίο και μεγαλύτερο μέρος το καταλαμβάνει η παρουσίαση της ζωής και των έργων φιλοσόφων.

Το Καφενείο της Μελβούρνης μου θύμισε μια παρόμοια προσπάθεια που κάναμε μια παρέα φοιτητών στο Λονδίνο τα χρόνια που σπούδαζα κι εγώ εκεί, πάνε κάπου σαράντα πέντε χρόνια τώρα… 

Διαβάστε το κείμενο του Νώντα.




Το Δένδρο της Ανυπαρξίας

Του Νώντα Κωνσταντίνου

Ένα σύντομο ταξίδι ζωής, από το βαθύ και μυθολογικό παρελθόν, στο απώτερο, απροσδιόριστο και ερωτηματικό μέλλον. Στη διαδρομή ίσως υπάρξουν ψήγματα, που ερεθίζουν το αισθητήριο φιλοσοφικής σκέψης, έρευνας και συλλογισμού, που δεν υπάρχουν όρια και περιορισμοί, ανάμεσα στις σκοτεινές ατραπούς του μυαλού, φτάνει κανείς να αγγίξει το άγνωστο υπερπέραν του μέλλοντος, που έχει ονειρευτεί.

Στο ταξίδι, με βοηθό την πανέμορφη, αινιγματική και πολυδιάστατη φύση, και με πυξίδα την ανάγκη, μητέρα της εφεύρεσης, φορτωμένοι με γνώσεις, εμπειρίες και μνήμες, μεταφερόμαστε στο άγνωστο και ερωτηματικό μελλοντικό υπερπέραν, που μας περιμένει.

Αφού λοιπόν ικανοποίησα τις ανάγκες του στομάχου μου, με τροφή και ποτό, έχω και απόθεμα, αναγκαία προϋπόθεση για επιβίωση, ντύθηκα κατάλληλα, για να αμυνθώ στα στοιχεία της φύσης, κρύο, αέρα, βροχή, ζέστη, χιόνι, και αφού μετέτρεψα τις τρώγλες και τα σπήλαια σε πολυτελή κατοικία, με αναπαυτικούς καναπέδες και κλιματισμό, θα έπρεπε να ξεκουραστώ, χωρίς άλλη μέριμνα, εκτός από την διαιώνιση του είδους μου.  Αλλά αυτό ενστικτωδώς, προικισμένος απο την φύση, όπως όλα τα έμβια όντα, θα επήρχετο ούτως  ή άλλως.

Εδώ όμως ο μεγάλος Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης, μου λέει: είσαι πολιτικό ζώο, και διαφέρεις από τ’ άλλα, διότι διαθέτεις "Νουν και Λογική", γι’ αυτό αναβαθμίζεσαι σε άνθρωπο, με προσόντα για περαιτέρω προοδευτικές απαιτήσεις. Έτσι νέος, ακμαίος, υγιής και δυνατός, το ταξίδι θα είναι ανυπέρβλητο σε ενδιαφέρον και εκπλήξεις, και μάλιστα με την παρουσία και συντροφιά μιας πανέμορφης και ελκυστικής κυρίας, που συγκεντρώνει όλα τα θέλγητρα και καλλονές του θήλεος, ξεπερνώντας ακόμη και εκείνη την ομορφιά της Ελένης του Ομήρου. Η κυρία αυτή ονομάζεται "Επιθυμία", και με τα πολλά της "θέλω", επιδιώξεις του αποκτάν και απολαμβάνειν, εκπληρώνοντας το ένα μετά το άλλο,κυνηγώντας το άπιαστο μέλλον, συμπράττει με μια άλλη κυρία, εξίσου ωραία, που τόσο μας αναστατώνει και παρεμβαίνει σε όλες τις πράξεις της ζωής μας, χαρές, λύπες, απογοητεύεις, φόβους, ελπίδες: την αποκαλούμενη "Ψυχή".

Έτσι λοιπόν οι δυο αγαπημένες κύριες, χέρι-χέρι σαν μαθήτριες σε ανοιξιάτικη εκδρομή, γλυκοτραγουδώντας και κουτσοχορεύοντας, μας οδεύουν και συνοδεύουν ανέμελα στα καταπράσινα λουλουδιασμένα λιβάδια της ζωής.

Εκεί όμως στην διαδρομή, εμφανίζεται ένα τερατώδες εμπόδιο, που ξαφνιάζει και κατατρομάζει τις χαρούμενες κυρίες. Ένας βλοσυρός γέροντας, ασπρομάλλης, λευκοπώγωνας. Στο ένα χέρι κρατά βακτηρία, στο άλλο ρομφαία, απειλητικός, με κατακόκκινα μάτια, εμποδίζει  τις κυρίες, λέγοντας:  μέχρι δω, μέχρι δω και μη παρέκει, είμαι ο "Γεροχρόνος". Σας έδωσα αρκετά, 70-80-100 χρόνια, τώρα βάζω φραγμό, εμπόδια, συρματοπλέγματα, τείχος σαν το Σινικό, και τράφο αδιαπέραστη. Εδώ είναι το τέλος κάθε ζωής. Μπορώ και δόλια να κλέψω τη χαρά από την αγκαλιά μιας μάνας.

Οι δυο κυρίες απογοητευμένες, περίλυπες, συλλογίζονται, συσκέπτονται και συναποφασίζουν να ζητήσουν βοήθεια και συμβουλή από τον μέγα άνακτα, τον "Νουν", για το τι μέλλει γενέσθαι.

Ο άνακτας τις καθησυχάζει, λέγοντας πως έχουμε την δύναμη, την τέχνη , τα μέσα και την θέληση να σπάσουμε τα δεσμά και το φράγμα, και να ταξιδέψουμε ανενόχλητοι στο υπερπέραν.

Έτσι λοιπόν, επωμίζομαι το επαχθές φορτίο και την δύσκολη αποστολή, να φέρω εις πέρας τις συμβουλές του μεγάλου άνακτα.

Τώρα μπαίνω στα χωράφια του Πλούτωνα, φορτωμένος με γνώσεις, εμπειρίες και αναμνήσεις, και αντικρίζω μια απεραντοσύνη, κενότητα και ερημιά με νεκρική σιγή, χωρίς ίχνος ύπαρξης, παρά μόνο τον ήλιο να κατακαίει τα πάντα. Στο χάος της ερημικής απεραντοσύνης στέκεται το περίφημο Δένδρο της Ανυπαρξίας. Δεν έχει ρίζες, δεν έχει κορμό, μα ούτε και κλώνους με φύλλα. Εκεί ακριβώς βρίσκομαι, κάτω από αυτό το δένδρο, που με προστατεύει με την φυλλωσιά του από τις ακτίνες του ηλίου, και ακουμπισμένος στο κορμό του, ρίχνω άφθονο νερό στις ρίζες του, και το μετατρέπω σε μια θαυμάσια δροσερή όαση, στην απεραντοσύνη του πουθενά. Στρώνω την πολύχρωμη και αναπαυτική κουβέρτα μου, και το καλάθι με την εκδρομική τροφή, αυγά βραστά, μια ζεστή φρεσκοβγαλμένη φραντζόλα ψωμί, τυρί από τον Παρνασσό, ούζο από τον Τύρναβο, ντομάτες από την Αργολίδα, ελιές από την όμορφη   Καλαμάτα, και ένα δροσερό χρυσοκίτρινο σταφύλι (σουλτανίνα) από τα ιερά χώματα της Κορινθίας, γερμένος μονόπλευρα, με προσκεφάλι τη βίκα με το νερό, να μυρίζει πεύκο, απολαμβάνοντας την γαλήνη, με μια γλυκιά μελωδία που έρχεται από μακριά, συνδυασμός της κιθάρας του Απόλλωνα με την λύρα του Ορφέα, που αντικαθιστούν την ανάσα και το πιο γλυκό χάδι της μάνας μέσα στην νάκα. Ευτυχής μοιράζομαι τις γνώσεις, εμπειρίες και αναμνήσεις, με όλους αυτούς που ταξίδεψαν πριν από μένα, και κρατώντας τες σαν παρακαταθήκη γι’ αυτούς που έπονται. Ικανοποιημένος, με πόση λαχτάρα ξυπνώ κι αναφωνώ:  "Νενίκηκά σε Γεροχρόνε, ανεμπόδιστος θα ταξιδεύω εσαεί, για να μοιράζομαι τις μνήμες, με τους πριν και τους μετά».  

Καλό ταξίδι συνοδοιπόροι.


1 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

<< Home