Κώστας Παππής

1/02/2021

Στην αρχαία γέφυρα του Ελισσώνα: Για καλό ποδαρικό στο 2021!

Από καιρό ήθελα να μιλήσω για μια γέφυρα της αρχαίας Σικυώνας, που τα απομεινάρια της στις όχθες του ποταμού Ελισσώνα πολύ λίγοι γνωρίζουν. Η αλήθεια είναι πως, εκτός από αυτήν, και την αρχαία γέφυρα πάνω στον Ασωπό, στην θέση της σημερινής Τουρκογέφυρας, κολλητά σχεδόν στη Νέα Εθνική Οδό, ανατολικά του Βασιλικού, που είναι αρκετά γνωστή, δεν υπάρχουν άλλες αρχαίες γέφυρες στην περιοχή της πόλης-κράτους της Σικυώνας. Εξαίρεση αποτελούν δυο ακόμα αρχαίες γέφυρες στις όχθες του Κυρίλλου, για τις οποίες όχι μόνο έχω ακούσει, αλλά διατηρώ και κάποιες αμυδρές εικόνες από τις περιπλανήσεις της νεότητάς μου,  και για τις οποίες ελπίζω να μπορέσω να μιλήσω κάποτε. Σκέφτηκα, λοιπόν, να κάνουμε ποδαρικό στον καινούργιο χρόνο μιλώντας για την αρχαία γέφυρα του Ελισσώνα. 









Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Τρία ποτάμια διατρέχουν το σημερινό Κιάτο και χύνονται στον Κορινθιακό: το ένα είναι ο Ασωπός, που πηγάζει από τα μέρη της Νεμέας και οι εκβολές του είναι στον Άη Γιάννη, στα ανατολικά όρια του Κιάτου. Το δεύτερο είναι ο Ελισσώνας, που πηγάζει από την περιοχή του Κρυονερίου και οι εκβολές του είναι δυτικά της κεντρικής πλατείας, καμιά διακοσαριά μέτρα απόσταση. Τα ονόματα των δυο αυτών ποταμιών είναι γνωστά από την αρχαιότητα και δεν έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα. Το τρίτο είναι το ποτάμι του Κυρίλλου. Πηγάζει νοτιοδυτικά της Αρκούδας και εκβάλλει καμιά εξακοσαριά μέτρα δυτικά των εκβολών του Ελισσώνα. Το όνομα αυτού του τρίτου ποταμιού, που είναι και το μικρότερο, δεν είναι αρχαίο, όπως των άλλων δυο. Εκτός από αυτά τα ποτάμια, την αρχαία πόλη-κράτος της Σικυώνας διέτρεχαν και άλλα, όπως ο Σελίανδρος, δυτικά του Πάσιου και ανατολικά του Πάνω Διμηνιού, και διάφορα μικρότερα.

Ήταν την δεκαετία του 1980, ίσως και λίγο νωρίτερα, που μια μέρα, ο φίλος μου Σπύρος Παπαχριστόπουλος (έχει περάσει κι αυτός στην άλλη όχθη εδώ και πολλά χρόνια…) με πήρε να μου δείξει «κάτι αρχαία». Πήραμε τον επαρχιακό δρόμο που πάει από το Κιάτο προς το Σούλι και συνεχίζει προς Στυμφαλία. Φτάνοντας εκεί που ο δρόμος ανηφορίζει προς την Αρκούδα, τον αφήσαμε και στρίψαμε αριστερά, ώσπου φτάσαμε στην κοίτη του Ελισσώνα. Αν συνεχίζαμε θα μπαίναμε στο χωριό Μούλκι. Εμείς όμως στρίψαμε δεξιά, παίρνοντας τον (μέχρι τότε) χωματόδρομο, στην δυτική όχθη του ποταμιού, μέχρι που φτάσαμε στο εκκλησάκι της Παναγίας του Μουλκίου (ιδιοκτησίας Δριτσόπουλου). Τώρα είναι βαριά μανταλωμένο, όμως τότε όλα τα εκκλησάκια ήταν ακόμα επισκέψιμα. Χαρακτηριστικά τα μεγάλα κυπαρίσσια, έξω από το εκκλησάκι, που ζουν και βασιλεύουν ακόμα.  Μέχρι εκεί, αλλά και πιο πάνω, περνούσαμε δίπλα από χτήματα, κυρίως με βερικοκιές, ελιόδεντρα, αμπέλια, εσπεριδοειδή κι άλλα δέντρα, που κάλυπταν τις δυο όχθες του ποταμιού.




(Στην πάνω αριστερή γωνία το αρχαίο στάδιο της Σικυώνας. Εκεί που αρχίζει να κατηφορίζει ο χωματόδρομος, είναι η Πύλη 6 της αρχαίας πόλης) 

Καμιά εκατοστή μέτρα πιο πάνω από το εκκλησάκι, ένα παρακλάδι του δρόμου έστριβε αριστερά, κι εκεί υπήρχε ένα σύγχρονο γεφυράκι, που περνούσε στην ανατολική όχθη του Ελισσώνα. Εμείς δεν στρίψαμε. Συνεχίσαμε καμιά εκατοστή μέτρα ακόμα και ιδού, φτάσαμε! Πράγματι, προχωρώντας λίγα μέτρα προς την όχθη, πάνω από την κοίτη του ποταμιού, βρεθήκαμε σε ένα εντυπωσιακό κτίσμα, αυτό που ήθελε να μου δείξει ο Σπύρος. Υποθέσαμε πως, λόγω θέσης, διαστάσεων, στιβαρότητας και υλικών κατασκευής, ήταν η δυτική στήριξη, η μια βάση (πέδιλο) μιας αρχαίας γέφυρας, πράγμα που επιβεβαιώθηκε αρκετά χρόνια αργότερα. Γύρω στα πέντε μέτρα ύψος από την κοίτη μέχρι το ψηλότερο σημείο, κατασκευασμένη από λαξευμένα κομμάτια βράχου, έστεκε μόνη της, καθώς η ανατολική στήριξη και η υπόλοιπη γέφυρα είχαν εξαφανιστεί, πιθανότατα εδώ και πολλούς αιώνες. Από πάνω, ψηλά, σε κάποια απόσταση, βλέπαμε το υψίπεδο της αρχαίας πόλης, τειχισμένης, με πύλες ολόγυρα. Από κάποια απ’ αυτές θα περνούσε ο δρόμος που θα κατηφόριζε προς την ανατολική όχθη του ποταμιού και την αρχαία γέφυρα.

Επισκέφθηκα δυο-τρεις φορές ακόμα την περιοχή της γέφυρας. Μετά πέρασε ο καιρός, η γέφυρα ξεχάστηκε. Την αναζήτησα πάλι μετά από πολλά χρόνια, αλλά δυσκολεύτηκα να την εντοπίσω, καθώς επέμενα να την ψάχνω στο ύψος της Παναγίας, ενώ έπρεπε να προχωρήσω νοτιότερα, αν και όχι πολύ μακριά από το εκκλησάκι.  Ο Σπύρος είχε φύγει στο μεταξύ. Τελικά την ξαναβρήκα. Δεν είχε αλλάξει τίποτα.

Το ενδιαφέρον μου για την γέφυρα αναζωπυρώθηκε ακόμα μια φορά τα τελευταία ένα-δυο χρόνια, όταν περνώντας στην άλλη όχθη, την ανατολική, είδα μια δομή με λίγες πέτρες λαξευμένες, που φαίνονταν ν’ αποτελούν αρχαίο υλικό. Υπέθεσα ότι μπορεί η δομή να ήταν ό,τι είχε απομείνει από την ανατολική στήριξη της αρχαίας γέφυρας. Επικοινώνησα αρμοδίως στέλνοντας φωτογραφίες, κι έλαβα την εκτίμηση ότι το υλικό μεν ήταν αρχαίο, όμως η δομή ήταν νεότερη.




Και τότε μου σφηνώθηκε η ιδέα ότι, δεν μπορεί, αν δεν ήταν η συγκεκριμένη δομή, πάντως κάπου εκεί γύρω έπρεπε να υπάρχει ακόμα κάτι από την ανατολική στήριξη της αρχαίας γέφυρας. Στο μεταξύ είχα αποκτήσει πρόσβαση στο εξαιρετικά διαφωτιστικό σύγγραμμα (διατριβή) με τίτλο «Land of Sikyon» του Καθηγητή αρχαιολογίας Γιάννη Λώλου. Κι εκεί διάβασα, ανάμεσα στ’ άλλα, και τα εξής:


(Η Πύλη 6 της Σικυώνας στο κέντρο πάνω, όπως φαίνεται από την γέφυρα στο ποτάμι του Ελισσώνα)

Ότι από την Σικυώνα, μετά την επανίδρυσή της από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή, προς το τέλος του 4ου αιώνα π.Χ., κατέβαιναν δύο χωμάτινοι δρόμοι στον ποταμό Ελισσώνα με δυτική κατεύθυνση. Και οι δύο είναι ορατοί ακόμα και σήμερα. Ο ένας πέρναγε ανάμεσα στο αρχαίο στάδιο και το θέατρο μέσω της Πύλης 6 (ο χάρτης από το σύγγραμμα του κ.Λώλου). 




Ο άλλος όδευε στα βόρεια του σταδίου, μέσω της Πύλης 7. Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, αυτές οι διαδρομές διευρύνθηκαν και εμβαθύνθηκαν με μηχανικά μέσα. Και οι δύο έφταναν στο ποτάμι, για να γίνουν τελικά ο αρχαίος δρόμος που ένωνε την Σικυώνα με την αρχαία Στύμφαλο.

Συνεχίζοντας λέει πως, για να προσδιοριστεί ποια από τις δύο διαδρομές ταιριάζει καλύτερα στην αρχαία διαδρομή προς τη Στύμφαλο, ίσως είναι χρήσιμα τα ίχνη μιας αρχαίας γέφυρας που ανακάλυψε στις όχθες του ποταμού Ελισσώνα. Αυτά γράφονταν το 1997. Η γέφυρα που αναφέρει ο Καθηγητής είναι φυσικά η ίδια που γνωρίζαμε, ο μεν Σπύρος κι εγώ δέκα, δεκαπέντε, μπορεί και είκοσι χρόνια νωρίτερα, άλλοι δε ακόμα πιο παλιά! Ο κ.Λώλος ταυτοποιεί την γέφυρα, την συσχετίζει με την αρχαία Σικυώνα και τον ρόλο της στην επικοινωνία με την Στύμφαλο, και δίνει πλήρη τεχνικά στοιχεία για την γέφυρα: το μέγιστο διατηρημένο ύψος της γέφυρας είναι 4,9 μ, το πλάτος 3,15 μ και τα ορατά μέρη των μικρών πλευρών της έχουν μέγεθος 2 μ (βόρεια) και 3,4 μ (νότια). Η τοιχοποιία είναι ισοδομική και αποτελείται από εννέα σειρές μπλόκια, λαξευμένα κομμάτια συμπαγούς γκρίζου βράχου, περίπου 1 x 0,7 μ και 0,5 μ ύψος. Οι σειρές διαχωρίζονται με στρώματα κονιάματος, πάχους 0,05 m κατά μέσο όρο.

Δίνει κι άλλες τεχνικές λεπτομέρειες ο κ.Λώλος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η παρατήρησή του, ότι δεν υπάρχει ένδειξη ότι η γέφυρα είχε ποτέ καμάρα, ενώ από τις μετρήσεις που έγιναν συμπέρανε πως το αρχικό μήκος της γέφυρας πρέπει να ήταν περίπου 27 μέτρα. Το άνοιγμα αυτό, σημειώνει, θα απαιτούσε την ανέγερση τουλάχιστον δύο, πιθανώς περισσότερων, ενδιάμεσων υπόβαθρων (πέδιλων) που θα ενώνονταν με σανίδωμα (δηλαδή η διάβαση θα γινόταν πάνω στο σανίδωμα που κάλυπτε όλο το μήκος της γέφυρας). Ο χρόνος κατασκευής της γέφυρας είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί. Η τοιχοποιία από μόνη της δεν επιτρέπει να υποστηρίξει κανείς την υπόθεση ότι κατασκευάστηκε πριν από την ρωμαϊκή περίοδο, ενώ ο τύπος του κονιάματος ανάμεσα στις λαξευμένες πέτρες δείχνει ότι το στήριγμα (πέδιλο) χτίστηκε ή ίσως ξαναχτίστηκε κάποια στιγμή στην ρωμαϊκή περίοδο.

Και ο κ.Λώλος καταλήγει λέγοντας πως αυτή η γέφυρα χρονολογείται πιθανότατα από τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., αμέσως μετά την επανίδρυση από τον Δημήτριο της πόλης στην τοποθεσία της κλασικής ακρόπολης. Πάντως, σχετικά με το ερώτημα ποια από τις δύο διαδρομές, που οδηγούν από την αρχαία πόλη στο ποτάμι, ταιριάζει καλύτερα στην αρχαία διαδρομή προς την Στύμφαλο, νομίζω πως σαφώς είναι ο δρόμος που παίρνει κανείς βγαίνοντας από την Πύλη 6.

Επανέρχομαι τώρα στην ιδέα που μου σφηνώθηκε. Ότι δεν μπορεί, κάπου εκεί γύρω, στην ανατολική όχθη, απέναντι από την δυτική στήριξη της γέφυρας, πρέπει να υπάρχει ακόμα κάτι από την ανατολική στήριξή της, και μας περιμένει να την φέρουμε στην επιφάνεια.

Δεν χρειάστηκε να ψάξω πολύ. Εντόπισα ένα μόνο σημείο που λέω πως είναι μάλλον η μοναδική θέση που μπορεί να βρίσκεται το (αφανές για την ώρα) πέδιλο. Τράβηξα μερικές φωτογραφίες όπου φαίνεται κάποιο υλικό. Υπάρχει κι άλλο υλικό in situ αλλά δεν το πιάνει η φωτογραφική μηχανή. Το βλέπει κανείς όμως αν πάει εκεί. Το μέρος είναι καλυμμένο με βλάστηση, αλλά όταν παραμέρισα μέρος της με την μαγκούρα μου, φάνηκε κι άλλο κατεργασμένο υλικό.







Το σημείο είναι ΑΚΡΙΒΩΣ απέναντι (φάτσα με φάτσα) με την ανατολική όψη του δυτικού πέδιλου. Επίσης βρίσκεται εκεί που καταλήγει ο δρόμος που κατεβαίνει από την νοτιοδυτική Πύλη 6 της Σικυώνας.

Θεωρώ ότι με λίγη ανασκαφική δουλειά, το πέδιλο ή κάποια τέλος πάντων δομικά του στοιχεία είναι πολύ πιθανό να φανούν σε όλη τους την δόξα!!! Θα είναι εξαιρετικά σημαντικό να έχουμε και τα δυο πέδιλα της αρχαίας γέφυρας εμφανή. Μιλάμε επιτέλους για μια μοναδική αρχαία γέφυρα! Δεν μας έχουν απομείνει και πολλές!