Κώστας Παππής

8/09/2020

Ελίκα: ξαναπιάνοντας το νήμα


Επιστρέφω στην Ελίκα. Με καλούν οι δυο βίγλες κάτω στην ακτή, λίγο πιο ψηλά από το κύμα, ο Κουλεντιανός πύργος κι ο πύργος του Φονιά. Βίγλες ορατές, πρόδηλος ο ρόλος τους, παλαιόθεν γνωστές.  

Με καλεί κι ένας τρίτος πύργος, μια τρίτη βίγλα, ό,τι απόμεινε απ’ αυτήν δηλαδή, που ανακάλυψα ψηλά, κοντά στο χωριό Κουλέντια, στο σημερινό Ελληνικό, στην εκκλησιά του Αγίου Κωνσταντίνου. Γι αυτήν τίποτα δεν έχει γραφεί ή ειπωθεί, απ’ όσο ξέρω, τουλάχιστον τα νεότερα χρόνια. Το κτίσμα που αντίκρισα εκεί πέρσι, ένα δειλινό του Αυγούστου, μου «μίλησε». Έχω εξηγήσει γιατί. 

Είχα γράψει τότε για «κάτι τι», που ήρθα φάτσα με φάτσα, τα ερείπια ενός πύργου τελικά, σε μιαν ακατοίκητη, ερημική τοποθεσία, κολλητά στον δίκλιτο, δισυπόστατο ναό, που ήταν χτισμένος σε μια μικρή κορυφή. στην ευρύτερη περιοχή της Ελίκας, κι ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Κωνσταντίνο και στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Από κει ψηλά είδα ν’ απλώνεται μπροστά μου, από τη μια μεριά, την ανατολική, η πεδιάδα των Βάτικων (Νεάπολης), κι από την άλλη, την δυτική, ο κάμπος της Ελίκας. Από κει και πέρα, όσο έπιανε το μάτι μου, ο κόλπος των Κυθήρων κι ο Λακωνικός κόλπος. Οπτική επαφή οι δυο κάμποι δεν είχαν. Ένας ορεινός όγκος υψωνόταν ανάμεσά τους και τους απομόνωνε τον έναν από τον άλλο. «Η υπόθεση που κάνω», έγραψα τότε, «είναι ότι οι δυο διπλανοί (αλλά απομονωμένοι) κάμποι, της Ελίκας και των Βάτικων, αποκλείεται να μην επικοινωνούσαν με βίγλες για ανταλλαγή κρίσιμων πληροφοριών, εκείνα τα ταραγμένα χρόνια του 17ου αιώνα και μετέπειτα, που κυριαρχούσαν οι Ενετοί στην Πελοπόννησο κι αλώνιζαν στις νότιες ακτές της οι κουρσάροι». 

Σας τα θυμίζω όλα αυτά επειδή θα επιχειρήσω να ξαναπιάσουμε το νήμα. Πάει καιρός από την τελευταία φορά που μιλήσαμε για τούτα κι εξηγήσαμε πως οι βίγλες, όπως αυτές της Ελίκας, ήταν κρίκοι αλυσίδας πύργων, που τα χρόνια τα βυζαντινά και τα νεότερα, όπως οι φρυκτωρίες τα αρχαιότερα, μετέδιδαν μηνύματα με τη χρήση φωτιάς ή καπνού, κυρίως για αμυντικούς σκοπούς. 

Θα παρατηρήσατε πως μέχρι τώρα, μιλώντας για την Ελίκα, δεν έχω κάνει καμιά αναφορά σε χρόνους αρχαίους, της κλασσικής Ελλάδας ή τους Ελληνιστικούς, ούτε καν για τα Ρωμαϊκά χρόνια ή και τα πρώιμα Βυζαντινά. Η αλήθεια είναι ότι το έψαξα λιγάκι. Κανενός πολίσματος ή μνημείου ερείπια από εκείνα τα χρόνια δεν αντάμωσα στις όποιες περιπλανήσεις μου σε μιαν ακτίνα λίγων χιλιομέτρων γύρω από την Ελίκα. Μόνο κάποιες πληροφορίες για την θέση που είναι χτισμένος ο Άγιος Κωνσταντίνος, κάτι για όστρακα και για ίχνη τειχών (θα το ψάξω προσεχώς). Αλλά η θέση είναι αρκετά απομακρυσμένη από τον κάμπο της Ελίκας.  Μια καλή πηγή θα ήταν ο Παυσανίας. Αλλά κι εκεί καμιά αναφορά. Η λέξη Ελίκα δεν εμφανίζεται πουθενά. Όμως ο τόπος μπορεί να είχε άλλη ονομασία στα χρόνια του Παυσανία. Έλα, όμως, που από τα Λακωνικά του προκύπτει ότι ο αρχαίος περιηγητής φαίνεται να παρέκαμψε αυτό τον τόπο, προφανώς γιατί δεν είχε κάποιο ξεχωριστό ενδιαφέρον, ενώ πέρασε από τους πριν κι απ’ τους μετά. Δείτε στον Χάρτη, όπου φαίνεται (κόκκινη γραμμή) η διαδρομή που ακολούθησε. Η περιοχή της Ελίκας βρίσκεται παραλιακά ανάμεσα Ασωπό και Ελαφόνησο, αμέσως πριν από την Ελαφόνησο.

Έρχεται στον Ασωπό, όχι το σημερινό χωριό που είναι σε απόσταση από την θάλασσα, αλλά την σημαντική παραθαλάσσια ομώνυμη αρχαία πόλη, εκεί που είναι τώρα το χωριό Πλύτρα. Εκεί καταγράφει τι συναντάει: ένα ναό ρωμαίων αυτοκρατόρων, στα ενδότερα ιερό του Ασκληπιού, στην ακρόπολη ένα ιερό της Αθηνάς της κυπαρισσίας, στα ριζά της ακρόπολης ερείπια της πόλης που λέγεται των Παρακυπαρισσίων αχαιών, και πιο μακριά, σ’ ένα μέρος που το λένε Υπερτελέατον, ένα Ασκληπιείο. Κι από κει πηδάει διακόσια στάδια (36 χιλιόμετρα) και καταλήγει στην σημερινή Ελαφόνησο , τότε χερσόνησο, όπου στο ακρωτήριο Όνου Γνάθο συναντάει ιερό της Αθηνάς και τον τάφο του Κινάδου, κυβερνήτη του πλοίου του Μενέλαου. Καταλήγει στον διπλανό Βοιατικό κόλπο, όπου στον μυχό του βρισκόταν η πόλη Βοιαί (τα Βάτικα, σήμερα Νεάπολη).

Από τον Ασωπό στην Ελαφόνησο, λοιπόν. Για τα ενδιάμεσα, για την περιοχή που μας ενδιαφέρει, της Ελίκας, ούτε λέξη.

Από τον αρχαίο Ασωπό (πόλις η ασωπειτών, όπως αναγράφεται σε κάποιες επιγραφές σε βάθρα  ανδριάντων αυτοκρατόρων που βρέθηκαν στην Πλύτρα) δεν απόμειναν παρά ελάχιστα ερείπια. Με την ύψωση της στάθμης των νερών, μέρος της πόλης βυθίστηκε στην θάλασσα. Περπατώντας κατά μήκος της ακτής συναντάει κανείς πολλά όστρακα και κάποια απομεινάρια κτισμάτων, ενώ φαίνονται στη θάλασσα, έξω-έξω, τα θεμέλια μερικών αρχαίων οικοδομημάτων. 










Συνεχίζουμε.