Κώστας Παππής

11/15/2019

ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ X Δοξαστικό - Έξοδος



Θέλω το κείμενο που ακολουθεί να έχει κάτι από την τρυφερότητα μιας μπαλάντας του Μάνου, από τη δροσιά που ξεχύνει το Αρχιπέλαγος του Μίκη, τίποτα ηρωικό και πένθιμο, σίγουρα όμως δοξαστικό – αλλά στον πιο ελάσσονα τόνο.

Τον Άη Στράτη αποχαιρετώ!



Γιατί ήρθε η ώρα για την έξοδο. Όχι, όμως, χωρίς να δοξάσω τη φύση του νησιού, τη μυστική γοητεία αυτού του τόπου, με τα κακοτράχαλα χαμηλά βουνά, τα δάση της βελανιδιάς, τις κοίτες των χειμάρρων με τις λυγαριές και τις πικροδάφνες, και τους μαγικούς κόλπους, που διαδέχονται ο ένας τον άλλο σ’ έναν διαγωνισμό ομορφιάς όπου κερδίζουν όλοι!


 
Είχα πολλά να πω. Λίγα είπα. Έδωσα χώρο στην εξορία, σφραγίδα πάνω στην ιστορία του νησιού. Εξορία, ιστορία. Τα τέσσερα τελευταία γράμματα κοινά. Με τα υπόλοιπα, εξ και ιστ, και μια ρηματική κατάληξη, φτιάχνεις το «εξίσταμαι». Που δηλώνει, όπως και το εξανίσταμαι,  οργισμένη αντίδραση. Ποια θα μπορούσε να είναι, αν όχι οργισμένη, η αντίδραση ενός δημοκρατικού πολίτη απέναντι στη βία και τον αυταρχισμό της εξορίας, που μάρτυράς τους υπήρξε αυτό το νησί;



Μίλησα για το φοβερό σεισμό του 1968, που άλλαξε δραματικά τη φυσιογνωμία του μοναδικού οικισμού στον Άη Στράτη.

Και, πολύ σύντομα, τηλεγραφικά, μίλησα για τη γεωγραφία του νησιού, τον σύγχρονο οικισμό και την αρχαιότερη ιστορία του. 




Κάτι πρόλαβα να πω και για τους κόλπους με τις υπέροχες παραλίες. Με αυτές θα διακοσμήσω το κείμενο.

Όταν έφτασα εδώ, στις 29 Αυγούστου, η πρώτη μου κίνηση ήταν να πάω στην παραλία του Άη Δημήτρη. Ανέβασα, την ίδια μέρα, στο facebook μιαν ανάρτηση, και το ασυνάρτητο, παραληρηματικό, σαν γέννημα από ουσίες, κείμενο που συνόδευσε τις φωτογραφίες, που θα μπορούσε να είχε γραφτεί κι από τρελό (τρελαμένο εν πάση περιπτώσει), και που έλεγε:  



 
Αυτό το δειλινό.
Τα πάντα όλα!
Άε πάγαινε, που θα έλεγε κι η Σωτηρία. Το λέω γιατί τι άλλο να πω, εξόν από κάτι εξώκοσμο;
Έρχονται κι άλλες!
 
Πράγματι, την επόμενη ανεβάζω κι άλλες φωτογραφίες, από το Λιδαριό αυτή τη φορά. Το συνοδευτικό κείμενο έγραφε:
 
Άη Στράτης. Το ταξίδι συνεχίζεται, μοναχικό ως συνήθως, στ’ αγαπημένα μου νησιά της άγονης γραμμής, κάθε χρόνο τέτοιο καιρό. Ο κατάλογος, φυραίνει απελπιστικά, όπως τα χρόνια μου, κοντεύει να εξαντληθεί…



 


Στο Λιδαριό, ύστερα από μια διαδρομή πάνω σε ράχες με μαντριά, με συρμάτινους φράχτες για να περιορίζεται το κάθε κοπάδι στον τόπο του, κατέβα ν’ ανοίξεις το φράχτη, πέρνα, ξανακατέβα να κλείσεις, λίγο πιο πέρα το ίδιο, και στην επιστροφή πάλι από την αρχή.

Παντού βελανιδιές, το μόνο δέντρο που ευδοκιμεί στο νησί, μαζί με τ’ αρμυρίκια στις πολλές όμορφες παραλίες του. Βελανιδιές, που δίνανε κάποτε εισόδημα για τη χρήση τους στη βυρσοδεψία. Και στις κοίτες των χειμάρρων λυγαριές.

Κανένας άνθρωπος – κι ο τσοπάνος που τυχόν φυλάει το κοπάδι χαμένος, κρυμμένος, ελέγχει το αβλαβές πέρασμα των ανθρώπων.

Όμως στο τέλος ανταμώνεις μια μαγευτική παραλία με μια μόνο σκηνή και μόνους κάτοικους ένα όμορφο ζευγάρι με τα δυο σκυλιά τους. Πιάνετε κουβέντα, γνωρίζεστε, δίνετε τα χέρια, «θα ξανάρθεις, ελπίζουμε».




Με το ζευγάρι δεν ξανανταμώσαμε, αλλά γίναμε φίλοι στο facebook. Να είναι καλά όπου και νάναι (Ξάνθη ή Κομοτηνή, αν θυμάμαι καλά).

Οι παραλίες δεν τελειώνουν. Προσπαθώ να προλάβω να πάω στις περισσότερες.

Μακρηγορώ, αν και ξέρω πως οι αποχαιρετισμοί δεν πρέπει να τραβάνε του μάκρους. 




Να προλάβω να πω, λοιπόν, και δυο λόγια τώρα για την ψυχή του τόπου: τον κύριο Βύρωνα. Τον άξιο γιο ενός άξιου πατέρα, του σπουδαίου Αγιοστρατίτη Βασίλη Μανικάκη, που φρόντισε όσο ζούσε, με μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι και μύριες δυσκολίες, ν’ αφήσει για τις γενιές που ήρθαν μετά απ’ αυτόν, κι εκείνες που έρχονται, εικόνες από το νησί εκπληκτικές, σπαρακτικές, αστραποβόλες, μαγικές, πριν ο χρόνος σκεπάσει τα πάντα με τη σκόνη του.  


Κύριε Βύρωνα, σ’ ευχαριστώ που δέχτηκες να συναντηθούμε και να μιλήσουμε για τον Άη Στράτη. Που μου φανέρωσες, με αγάπη και σοφία, όσα κανένα βιβλίο δεν μπορεί να δώσει για το νησί σου. Που με φώτισες, με τη γνώση και με το βάθος της σκέψης σου, και με έκανες να αισθανθώ για μια στιγμή πως υπήρξα κι εγώ πολίτης σε αυτόν εδώ τον τόπο.

Σ’ έναν αποχωρισμό, ποια είναι η πιο παρήγορη λέξη; Μα το «θα ξανασυναντηθούμε»!

Στο επανιδείν, λοιπόν! Θα ξανασυναντηθούμε!