Κώστας Παππής

1/16/2008

Η Υεμένη, η Ελλάδα και οι πλαστικές σακούλες τους

Ταξίδεψα πρόσφατα στην Υεμένη, μια χώρα απρόσμενη, μοναδική, με παρελθόν που σε εκπλήσσει, με παλιό σπουδαίο πολιτισμό, που έχει αφήσει τα ίχνη του σε πόλεις και χωριά που σου θυμίζουν αναγεννησιακή Ιταλία. Τώρα μια χώρα 23 εκατομμυρίων κατοίκων, 4 φορές μεγαλύτερη σε έκταση από την Ελλάδα, καθυστερημένη, φτωχή, παραδομένη στο φανατισμό του Ισλάμ και στη μάστιγα του κατ, ένα ντόπιο ήπιο διεγερτικό, που βγαίνει από τα φύλλα ενός θάμνου, που τα απομυζούν μέσα από πρησμένα μάγουλα οι 80% των ενήλικων, και που αυτά με τη σειρά τους απομυζούν το 30% του εθνικού εισοδήματος της χώρας.

Θυμάμαι την εικόνα που αντίκρισα παντού όπου ταξίδεψα: χωριά και πόλεις με υπέροχα απομεινάρια αρχιτεκτονικής του παλιού πολιτισμού, πνιγμένες στο σκουπίδι. Σπίτια και δρόμοι να πλέουν σε μια θάλασσα από πλαστικά σκουπίδια, ό,τι δηλαδή διάλεξαν οι κάτοικοι αυτής της χώρας από το δυτικό πολιτισμό, εκτός από τα κινητά τηλέφωνα, απαραίτητο αξεσουάρ μαζί με την παραδοσιακή μαχαίρα που ζώνουν στη μέση τους. Στην τεράστια πλαστική ρύπανση βοηθάει και το κατ, που οι δόσεις του πουλιούνται σε μικρές πλαστικές σακούλες, οι οποίες, αφού καταναλωθεί το περιεχόμενο, πετιούνται όπου λάχει.

Και τώρα στα δικά μας. Στη δική μας πλαστική ρύπανση, που ζει και βασιλεύει παντού, δίνοντας το στίγμα της περιβαλλοντικής συνείδησης και της αισθητικής του σύγχρονου μέσου Έλληνα. Μια ρύπανση όχι, βέβαια, στην έκταση της Υεμένης, αλλά σε βαθμό που τα αισθητικά της αποτελέσματα υποβαθμίζουν δραστικά τα άλλοτε υπέροχα τοπία της χώρας μας, προκαλώντας αποστροφή στον ντόπιο και ξένο επισκέπτη. Εικόνες πλαστικής ρύπανσης συναντάει πια κανείς παντού στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις πιο πολιτισμένες (όσον αφορά τουλάχιστον αυτή την άποψη) χώρες της δύσης.

Καταλαβαίνετε, λοιπόν, τα αισθήματά μου όταν χτες διάβασα την είδηση ότι «από την 1η Μαρτίου θα αντικαθίστανται οι πλαστικές σακούλες μιας χρήσης στην Αθήνα με τσάντες από υλικά που δεν θα επιβαρύνουν το περιβάλλον, σύμφωνα με ανακοίνωση του δημάρχου Αθηναίων». Κατά το σχετικό δημοσίευμα, «ο δήμος έχει αρχίσει διαπραγματεύσεις με εκπροσώπους σούπερ μάρκετ, εμπορικούς συλλόγους και άλλους φορείς που εμπλέκονται στην εφαρμογή του μέτρου. Η χρήση των φιλικών προς το περιβάλλον τσαντών θα είναι προαιρετική, ενώ θα κοστίζουν φθηνότερα από τις πλαστικές σακούλες μιας χρήσης, των οποίων το κόστος περιλαμβάνεται στην τιμή των προϊόντων και που οι καταναλωτές πληρώνουν χωρίς να το γνωρίζουν».

Το δημοσίευμα δίνει κάποια στοιχεία που αξίζει να τα προσέξει κανείς: H κατασκευή μίας πλαστικής σακούλας διαρκεί περίπου ένα δευτερόλεπτο, η χρήση της 15 λεπτά και ο χρόνος διάσπασής της από 10 έως 50 χρόνια, ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Μια σακούλα, λοιπόν, που πετιέται σε ένα δρόμο, σε μια παραλία ή στην καρδιά του δάσους, θα μείνει εκεί για πολλά χρόνια, για δεκαετίες, μέχρι να αποδομηθεί ή μέχρι να την μαζέψει κάποιο ανθρώπινο χέρι και να τη διαθέσει όπου πρέπει. Η τιμή της πλαστικής σακούλας μεταβάλλεται, ανάλογα με τις αυξομειώσεις της τιμής του πετρελαίου. Εντούτοις, εκτιμάται ότι συνολικά, κάθε χρόνο, πετάμε ως χώρα στα σκουπίδια περίπου 300 εκατ. ευρώ. Ήδη σε αρκετές χώρες η χρήση της πλαστικής σακούλας έχει καταργηθεί ή περιοριστεί μέσω κοστολόγησης. Επιπλέον έχουν ληφθεί μέτρα για τη διαχείρισή της ως αποβλήτου. Ας σημειωθεί ότι και στην Ελλάδα υπάρχει από το 2001 νομοθεσία με στόχο τη μείωση, επαναχρησιμοποίηση και αξιοποίηση των πλαστικών τσαντών ως υλικών συσκευασίας, ωστόσο τα αποτελέσματα είναι παραπάνω από αποθαρρυντικά, όπως σημειώνει το δημοσίευμα και όπως όλοι γνωρίζουμε.

Τι θα με συμβουλεύατε, μετά από τα παραπάνω; Να γίνω πιο αισιόδοξος; Ή κι αυτή η καμπάνια θα πάρει το δρόμο της προς τα … σκουπίδια, χωρίς κανείς να το προσέξει και αφού αξιοποιηθεί κατάλληλα ως επικοινωνιακό γεγονός, όπως τόσα άλλα στην ωραία μας χώρα;