Κώστας Παππής

10/25/2019

Άη Στράτης VIIΙ Ο Φιλοκτήτης στον Άη Στράτη;


Έγραφα στην πρώτη ανάρτηση, ξεκινώντας το μικρό προσωπικό μου αφήγημα για τον Άη Στράτη:

Άη Στράτης, νησί ανεμοδαρμένο, μια κουκκίδα στη μέση του πελάγους.
Άη Στράτης, ανελέητα χτυπημένος από τη μανία του Εγκέλαδου 50 χρόνια πριν (1968).
Άη Στράτης, νησί δοκιμασμένο στον πόνο από τα πανάρχαια χρόνια του Φιλοκτήτη.
Άη Στράτης, τόπος εξορίας για αγωνιστές για πολλές δεκαετίες μέσα στον 20ό αιώνα.
 

Για όλα αυτά μίλησα, έστω και επιγραμματικά. Για όλα, εκτός από το Φιλοκτήτη.

Πράγματι, δεν μίλησα για τα πάθη του Φιλοκτήτη. Σύμφωνα με την ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή, που παρουσιάστηκε στα Διονύσια το 409 π.Χ. και κέρδισε το πρώτο βραβείο, ο  Ομηρικός ήρωας εκστρατεύει μαζί με τους άλλους Έλληνες εναντίον των Τρώων, αλλά σε μια στάση στη Λήμνο ένα δηλητηριώδες ερπετό τον δαγκώνει στο πόδι. Η πληγή του δεν θεραπεύεται, του δημιουργεί φοβερούς πόνους, οι κραυγές του αναστατώνουν το στρατό. Η κατάληξη: με προτροπή του Οδυσσέα εγκαταλείπεται στο νησί.  


Εκεί μένει όσο σχεδόν κρατάει ο Τρωικός Πόλεμος, ώσπου βγαίνει χρησμός ότι οι Αχαιοί δε θα κυριεύσουν το Ίλιον, αν δε βοηθήσει το ανίκητο τόξο του Ηρακλή. Αλλά αυτό βρίσκεται στα χέρια του Φιλοκτήτη. Ο Ηρακλής πεθαίνοντας του το είχε χαρίσει, γιατί ήταν ο μόνος που τον λύτρωσε στην πυρά όπου είχε ριχτεί γιατί δεν μπορούσε να απαλλαγεί από το δηλητηριώδη χιτώνα που κατέτρωγε τις σάρκες του. Στο νησί φτάνουν ο Οδυσσέας και ο γιος του Αχιλλέα Νεοπτόλεμος για να πάρουν το τόξο και τα βέλη του Ηρακλή. Ο Φιλοκτήτης αρνείται να τα δώσει στους ανθρώπους που με τόση σκληρότητα τον εγκατέλειψαν να υποφέρει ολομόναχος. Ο Οδυσσέας προσπαθεί να πείσει το Νεοπτόλεμο να ξεγελάσει το Φιλοκτήτη. Ο Νεοπτόλεμος αρνείται να συμμετάσχει στην απάτη. Τελικά πείθεται Ο Νεοπτόλεμος, αφού ξεγελά το Φιλοκτήτη, πάει να το μετανιώσει την τελευταία στιγμή.

Την τελική λύση θα δώσει ο Ηρακλής, που εμφανίζεται ως από μηχανής θεός και πείθει το Φιλοκτήτη να πάει στην Τροία και να φέρει τη νίκη στους Αχαιούς. Πράγματι ο Φιλοκτήτης πηγαίνει στην Τροία, σκοτώνει τον Πάρι και συμμετέχει στην ομάδα που κρύβεται μέσα στον Δούρειο, Ίππο στην τελική επίθεση κατά της Τροίας.


Όμως, τι θέση έχει ο Φιλοκτήτης στο δικό μας αφήγημα, που αφορά τον Άη Στράτη; Ούτε στον Άη Στράτη γεννήθηκε, ούτε διάλεξε το νησί για να κατοικήσει εκεί. Όμως η άποψη ότι ο Φιλοκτήτης συνδέθηκε με το νησί μέσα από το μύθο (ότι εκεί, στον Άη Στράτη, τον δάγκωσε το φίδι που του προξένησε τόσα βάσανα, ή ότι εκεί τον εγκατέλειψαν οι Έλληνες μετά το δάγκωμα) φαίνεται να έχει εδραιωθεί στις πεποιθήσεις κάποιων, τουλάχιστον, από τους σημερινούς κατοίκους του νησιού. Γι αυτό στο λιμάνι του Άη Στράτη, δίπλα στο γιγαντιαίο γκραφίτι με τη μορφή του Γιάννη Ρίτσου, έχει ζωγραφιστεί ένα άλλο, που απεικονίζει το Φιλοκτήτη και τον Οδυσσέα.

Όμως στην πρώτη αναφορά του μύθου, στην Ιλιάδα του Ομήρου (Β 716 και εξής), διαβάζουμε:
… Αλλά εκείνος έμενε στη Λήμνον την αγίαν
Που τον αφήκαν οι Αχαιοί φρικτά βασανισμένον
Απ΄ την πληγή που του ΄φερεν ολέθρια νεροφίδα…

(μετάφραση Ιάκ. Πολυλά).

Αλλά κι ο Σοφοκλής στην τραγωδία του «Φιλοκτήτης» το λέει ξεκάθαρα: το σκηνικό όπου φτάνουν ο Οδυσσέας και ο Νεοπτόλεμος για να πάρουν από το Φιλοκτήτη το τόξο και τα βέλη του Ηρακλή είναι «βραχώδης ακτή στο έρημο νησί της Λήμνου» και οι πρώτοι στίχοι λένε:

ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Αυτός είναι ο γιαλός της Λήμνου,
Της κυματοζωσμένης που κανένας
Δεν την περπάτησε θνητός και μήτε
Κατοίκησε ποτέ. Σ’ αυτό το μέρος,
Νεοπτόλεμε, βλαστάρι του Αχιλλέα,
Του πρώτου μες τους Έλληνες, μια μέρα
Παράτησα του Ποίαντα το γιο μονάχο,
γιατί ΄χε μια φριχτή πληγή στο πόδι…

(μετάφραση Τάσος Ρούσσος)


Ο γιος του Ποίαντα είναι, βέβαια, ο Φιλοκτήτης.

Ο μεταφραστής, πάντως εμμέσως αμφισβητεί το Σοφοκλή: «Ο Σοφοκλής θέλει το νησί ακατοίκητο, ωστόσο από άλλους μύθους γνωρίζουμε ότι το νησί είχε κατοίκους και βασιλιά. Μάλιστα άλλοι δραματικοί ποιητές που πραγματεύονται την ιστορία του Φιλοκτήτη παρουσιάζουν χορό από κατοίκους της Λήμνου…».  Στα παραπάνω ας προσθέσουμε το γεγονός ότι αυτό που λέει για τη Λήμνο ο Σοφοκλής, ότι «κανένας δεν την περπάτησε θνητός και μήτε κατοίκησε ποτέ» αντιφάσκει με το γεγονός ότι στη Λήμνο είναι γνωστή η ύπαρξη της Πολιόχνης (έχει ανασκαφεί), που χτίστηκε στη αυγή της νεολιθικής περιόδου για το Αιγαίο, την 4η ή 5η χιλιετία π.Χ. και βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την Τροία, που μάλιστα χτίστηκε χίλια χρόνια αργότερα!

Δεν θα σας μπλέξω με τα μυστήρια του μύθου. Αρκετά μπλέχτηκα εγώ χωρίς να βγάλω άκρη. Η άποψη ότι ο Άη Στράτης έπαιξε ένα ρόλο στην ιστορία του Φιλοκτήτη φαίνεται να βασίζεται εν μέρει στις ιστορίες ότι στην περιοχή ανάμεσα στη Λήμνο και στον Άη Στράτη έγιναν μεγάλες γεωλογικές αναστατώσεις: νησιά εξαφανίστηκαν στο βυθό του Αιγαίου, άλλα αναδύθηκαν στην επιφάνεια… Γι αυτό τα πολλά ονόματα που πήρε ή με τα οποία συνδέθηκε κατά καιρούς ο Άη Στράτης: Χρύση, Αλόννησος, Νέαι, Ιερά… Παραπέμπω γι΄ αυτά στο βιβλίο του Ιωάννη Αργ. Γιάννου ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ (Αθήνα 1983).

Ακούστηκαν άραγε κάποτε οι γόοι του Φιλοκτήτη στον Άη Στράτη; Ποιος θα μας το πει; Σήμερα, πάντως, στο νησί δεν ακούγονται κραυγές πόνου. Μόνο παράπονα ακούγονται, που η έναρξη των μαθημάτων στη φετινή σχολική χρονιά βρήκε τις τάξεις με τα λιγοστά παιδιά του νησιού χωρίς δασκάλους. Ας όψονται οι αίτιοι…

Οι φωτογραφίες είναι από: http://users.sch.gr/ipap/Heracleidae/philoktetes.htm

10/22/2019

ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ VII Ο φωτογράφος Βασίλης Μανικάκης


Μιλώντας για την Άη Στράτη είναι αδύνατο να μη σταθείς στον άνθρωπο που διέσωσε με τις εκπληκτικές φωτογραφίες του την ψυχή του τόπου για μια μεγάλη χρονική περίοδο, ίσως την πιο κρίσιμη του νησιού: τον Βασίλη Μανικάκη.

Ποιος ήταν ο Βασίλης Μανικάκης;

Δανείζομαι λίγα στοιχεία από την εξαιρετική Έκδοση του 1999 του Υπουργείου Αιγαίου «ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ – ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΧΝΗ [1940-1970]». Η έκδοση περιέχει το φωτογραφικό αρχείο του Βασίλη Μανικάκη και κείμενα αντάξια των φωτογραφιών (εισαγωγή, σχόλια, μαρτυρίες κλπ) του Καθηγητή Γιώργου Νικολακάκη.

«Ο Βασίλης Μανικάκης γεννήθηκε το 1907 στον Άη Στράτη, πέντε μόλις χρόνια πριν από την απελευθέρωση του νησιού, το 1912. Οι πρώτες αμυδρές «φωτογραφικές» του μνήμες διατηρούν την εικόνα του θωρηκτού Αβέρωφ και των ελληνικών πλοίων να συγκρούονται με τον Τουρκικό στόλο στη Λήμνο και στα στενά της Έλλης... 

Ήταν ο πρώτος γιος μιας πολυμελούς οικογένειας με επτά παιδιά, τρία αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Μαθήτευσε στο νεοσύστατο τριτάξιο δημοτικό σχολείο του νησιού και, παρά τη σύντομη σχολική του φοίτηση, πρόλαβε να αγαπήσει τα γράμματα και να αποκτήσει την ιδιαίτερη φιλομάθεια που τον συνόδευσε σε όλη του τη ζωή…».

Στην παραπάνω έκδοση γίνεται φανερό πως η ζωή του Βασίλη Μανικάκη, όπως και των συγχωριανών του, δεν ήταν εύκολη. Αντιμετώπισε πολλές φουρτούνες για να σταθεί όρθιος στη ζωή. Ήταν ένας ευαίσθητος αγωνιστής, γεννημένος καλλιτέχνης. Αλλά ας δανειστούμε λίγα ακόμα στοιχεία από την παραπάνω έκδοση: 

«Η φωτογραφία έγινε το μεγάλο πάθος της ζωής του. Έστω κι αν έζησε σε έναν μικρό τόπο όπως ο Άη Στράτης, διαθέτοντας ισχνά μέσα για να πραγματώσει την τέχνη του, κατόρθωσε να μας αφήσει μία μεγάλη τοιχογραφία ενός κόσμου που έφυγε. Με τη σταθερή εμμονή του να πιστεύει ότι η φωτογραφία είναι η τέχνη που μπορεί να συλλάβει τις αμέτρητες στιγμές της ορατής καθημερινότητας, φωτογράφιζε μία ζωή τα ίδια τοπία που φαινομενικά δεν άλλαζαν, τους ανθρώπους που φαινομενικά άλλαζαν, ακολουθώντας τον κύκλο του χρόνου και της ζωής…

Ο φωτογραφικός βίος του Βασίλη Μανικάκη άρχισε το 1935 και τελείωσε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 όταν το φως των ματιών του δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει πια…

Πέθανε πλήρης ημερών στον γενέθλιο τόπο του, τον Άη Στράτη, το 1998».

Για τα υπόλοιπα, ας μιλήσει το ίδιο το έργο του. Δανείζομαι ένα μικρό αντιπροσωπευτικό απάνθισμα από την θαυμάσια ιστοσελίδα του Γυμνασίου του ΄Αη Στράτη:

http://gym-ag-efstr.les.sch.gr/AiStratisMiasAllisEpoxis.htm

Όλες οι φωτογραφίες είναι από το Αρχείο Β. Μανικάκη.


Καΐκι  γεμάτο κόσμο και τσουβάλια το οποίο ετοιμάζεται να αποπλεύσει για την Τρυπητή.



Ξανέμισμα  του σιταριού στο αλώνι της Τρυπητής.


Διαμαρτυρία έξω από το γραφείο της Κοινότητας Αγίου Ευστρατίου.


Ο «γέρο Σβάνος», ενώ πίνει το ούζο του.

Στα σκαλιά του λιμανιού καθισμένοι άνθρωποι κατά παρέες με βάση την ηλικία, το φύλο και την κοινωνική θέση.


Πομπή των Θεοφανίων  στην παραλία του χωριού.


Φωτογράφιση των βραβευθέντων μαθητών μετά το τέλος  των γυμναστικών επιδείξεων.



Η περιφορά των σφαγίων του γάμου συνοδεία μουσικής.



Φωτογραφία εξορίστων στο στρατόπεδο.


Μετά το σεισμό, στα αντίσκηνα.


Μετά το σεισμό...

10/12/2019

ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ VI Για το νησί, τον οικισμό και την ιστορία του


Έγραφα στην προηγούμενη ανάρτηση σχετικά με το φοβερό σεισμό του 1968 στον Άη Στράτη, ότι ο σεισμός διέλυσε γειτονιές, δεσμούς, ένα τρόπο οργάνωσης της κοινωνικής ζωής. Οι σύγχρονοι κάτοικοι του οικισμού έβαλαν όλη τη νοικοκυροσύνη τους και τον ομόρφηναν, έδωσαν χρώμα στα μίζερα σπίτια που τους δόθηκαν, ενώ οργάνωσαν τη μικρή τους κοινωνία σε νέες βάσεις. Και μπορεί να πει κανείς πως επιτέλους τα παλιά τραύματα επουλώθηκαν. Γιατί η ζωή δεν σταματάει...




Τριγυρνάω στο σύγχρονο οικισμό. Στέκομαι εδώ κι εκεί κι απολαμβάνω χρώματα κι αρώματα. Με αυτά φρόντισαν οι κάτοικοι να καλλωπίσουν τα σπίτια τους και τη ζωή τους. Με αυτά θα διακοσμήσω κι εγώ τη σημερινή μικρή ιστορική και γεωγραφική περιήγηση στο νησί.

Ο Άγιος Ευστράτιος, ο Άη Στράτης, η αρχαία Αλόννησος (από τις λέξεις ἅλς και νήσος = θάλασσα και νήσος) ή όπως αλλιώς ονομάστηκε στη διαδρομή των αιώνων, δεν είναι, βέβαια, το πιο όμορφο νησί του Αιγαίου. Δεν κατέχτησε ποτέ κάποια σπουδαία θέση στην ιστορία, αρχαία ή νεότερη. Ούτε έχει τίποτα εξαιρετικό να επιδείξει, τίποτα μνημεία εντυπωσιακά. Ίσως δεν έχει καν μνημεία, με εξαίρεση κάποια που αναφέρονται στη νεότερη θλιβερή ιστορία του ως τόπου εξορίας. Αλλά και ως τόπος εξορίας δεν ήταν μοναδικός. Υπήρξαν κι άλλα νησιά που αναγκάστηκαν να υπηρετήσουν τον ίδιο θλιβερό σκοπό: Λήμνος, Ικαρία, Σαμοθράκη, Γαύδος, Ανάφη, Τρίκερι, Γυάρος και, βέβαια, Μακρόνησος.



Υποστηρίζεται ότι κάποιο ρόλο παίζει το νησί σ’ ένα επεισόδιο της Ελληνικής μυθολογίας, που αναφέρεται στον τραγικό ήρωα Φιλοκτήτη, αλλά κι αυτό αμφισβητείται. Κι όπως είναι ένα βοτσαλάκι ριγμένο στα κύματα του Αιγαίου, αφού έχει έκταση μόλις 44 τετραγωνικά χιλιόμετρα, αν έλειπε από το χάρτη, σιγά που θα έσταζε η ουρά του γαϊδάρου.

Κι όμως ο Άη Στράτης είναι ένα νησί μοναδικό σε όλο το νησιωτικό σύστημα του Αρχιπελάγους.



Βρίσκεται στην καρδιά του Αιγαίου και είναι το πιο απομακρυσμένο από άλλες ακτές, νησιωτικές ή χερσαίες, σε σχέση με όλα τα άλλα νησιά. Σημαδεύτηκε από γεγονότα δραματικά: το φοβερό σεισμό του 1968 που κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά τον μοναδικό οικισμό του νησιού, που ανασχεδιάστηκε ριζικά. Κι ακόμα, ενώ δεν έβγαλε καμιά εξέχουσα μορφή στις τέχνες και στα γράμματα, είναι ο τόπος που λάμπρυναν με το πέρασμα και τη διαμονή τους εκεί κορυφαίοι δημιουργοί.Τους έχουμε ήδη αναφέρει: Βάρναλης, Ρίτσος, Λουντέμης, Κορνάρος, Λειβαδίτης, Κατράκης, Πατρίκιος, Καρούζος και άλλοι. Όλοι εξόριστοι.



Μερικά γεωγραφικά στοιχεία: Το έδαφος του νησιού είναι ηφαιστειογενές με κατά τόπους δάση από βελανιδιές. Κορυφαίο το μεγάλο δάσος βελανιδιάς στην περιοχή Αυλάκι. Ψηλότερη κορυφή το Σημάδι (298 μέτρα). Για το υψηλό επίπεδο διατήρησης των οικοσυστημάτων του, ολόκληρο το νησί περιλαμβάνεται στον κατάλογο του Natura 2000. Ο μοναδικός οικισμός και το λιμάνι του νησιού βρίσκεται στη βορειοδυτική ακτή του. Εκεί ζουν οι περίπου 270 μόνιμοι κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2011 (σήμερα μπορεί και λιγότεροι), που ασχολούνται με την αλιεία, την κτηνοτροφία, τη γεωργία και τον τουρισμό.



Τέλος, δυο λόγια για την ιστορία του νησιού. Είναι γνωστό ότι κατοικήθηκε από τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ., απ' όταν δηλαδή καταλήφθηκαν από τους Αθηναίους τα νησιά Λήμνος, Ίμβρος και, μετέπειτα, Σκύρος. Πιθανολογείται όμως πως κατοικήθηκε από την εποχή της πρώιμης χαλκοκρατίας παραίτηση (2.800 - 1900 π.Χ.). Εικάζεται ότι εκείνη την εποχή ο οικισμός του νησιού πρέπει να βρισκόταν στη ΒΑ πλευρά, εγγύτερα στην Πολιόχνη και την Τροία, και συγκεκριμένα στην πεδινή τοποθεσία Αλονίτσι, οπότε  η ακρόπολη του οικισμού θα βρισκόταν στην κοντινή κορυφή του Αγίου Αλεξίου, όπου διακρίνονται ίχνη μεγαλιθικών τειχών. 



Κατά την περίοδο των μυκηναϊκών χρόνων, αν το νησί ήταν κατοικημένο, ο οικισμός εικάζεται ότι θα βρισκόταν στο λόφο του Αγίου Μηνά. Περπατώντας εκεί βλέπει κανείς  όστρακα εδώ κι εκεί. Αργότερα ήρθαν οι Αθηναίοι, κι από την περίοδο αυτή και μετά το νησί φαίνεται ότι συμμερίζεται την ιστορική τύχη της Λήμνου. Ακολούθησαν οι Ρωμαϊκοί χρόνοι, και μετά οι Βυζαντινοί. Το νησί πρέπει να ήταν κατοικημένο κατά τους πρώτους αιώνες, ενώ κατά τη διάρκεια της μεσοβυζαντινής περιόδου λόγω των αραβικών πειρατικών επιδρομών μάλλον ερημώθηκε. 

Στα χρόνια της εικονομαχίας, τον 9ο αιώνα μ.Χ., ένας μοναχός με τ' όνομα Ευστράτιος (ο μετέπειτα όσιος Ευστράτιος ο θαυματουργός), διωκόμενος αποβιβάστηκε στο νησί, διακόπτοντας το ταξίδι προς τον τόπο της εξορίας του. Εδώ μόνασε,  βρίσκοντας καταφύγιο σε μία σπηλιά.  Από αυτόν πήρε το όνομά του το νησί. Το 1.021 μ.Χ. ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος παραχώρησε το νησί στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας και χρησιμοποιήθηκε ως «φροντιστήριον αγένιων μοναχών».



Για τα νεότερα χρόνια, και συγκεκριμένα για τα δυο μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τον Άη Στράτη, την χρήση του ως τόπου εξορίας και το μεγάλο σεισμό του 1968, ήδη μιλήσαμε. Άλλα στοιχεία για την ιστορία του νησιού για όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και για τα χρόνια που ακολούθησαν έως τις μέρες μας, μπορεί να βρει κανείς στην εξαιρετική εργασία "Άγιος Ευστράτιος - το νησί μας" που μπορεί να τη βρει κανείς δημοσιευμένη στο διαδίκτυο (gym-ag-efstr.les.sch.gr›AgiosEfstratios-ToNisiMas.htm). Οι πληροφορίες που περιέχονται είναι το προϊόν της εργασίας δέκα μαθητών του Γυμνασίου του Άη Στράτη στα πλαίσια του προγράμματος της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης κατά το σχολικό έτος 2004-2005. Τα ιστορικά στοιχεία της εργασίας βασίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου στο βιβλίο του Iωάννη Αργ. Γιάννου "Ιστορία της νήσου Αγίου Ευστρατίου (Αη-Στράτη). Από τα αρχαιότατα χρόνια μέχρι σήμερα. Χρυσή, Αλόννησος, Νέαι, Ιερά", Αθήνα 1983.

Ένας σοβαρός λόγος που παραπέμπω σ' αυτήν την εργασία, πέρα από το πολύτιμο περιεχόμενό της, είναι το ότι έχει ανεβαστεί στο ίντερνετ, άρα είναι εύκολα προσβάσιμη, σε αντίθεση με το βιβλίο του Ι.Α.Γιάννου, που εγώ το προμηθεύτηκα τοπικά, από ένα μικρό μαγαζί στον οικισμό του Άη Στράτη, κοντά στο λιμάνι. Πάντως, η εργασία των παιδιών καλύπτει σχεδόν τα πάντα που αφορούν το νησί: περιηγήσεις, παραλίες, χλωρίδα, πανίδα, ήθη και έθιμα, τα πάντα! 

Η εργασία έγινε με την επίβλεψη των καθηγητών τους, που αξίζει να τους μνημονεύσουμε εδώ: ήσαν οι κύριοι Κοσμάς Παναγιωτίδης  και Μιχάλης Ψαρόπουλος. Τέτοιοι δάσκαλοι τιμούν με το παραπάνω το λειτούργημά τους! Αξίζει ακόμα να μνημονεύσουμε τον κύριο Σπύρο Χαρισιάδη που είχε το συντονισμό της ομάδας και την τεχνική επιμέλεια. Άξιοι όλοι, κι αυτοί και τα παιδιά!

10/02/2019

ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ V Ο φοβερός σεισμός του 1968


Συνεχίζω το αφήγημα για τον Άη Στράτη, αυτό το τόσο ιδιαίτερο νησί, με ένα γεγονός που πήρε δραματικές διαστάσεις και το σημάδεψε καθοριστικά, ιδιαίτερα τον μοναδικό οικισμό του.

Το γεγονός ήταν ο φοβερός σεισμός του 1968. Δανείζομαι και πάλι μια προσωπική μαρτυρία που ανασύρω από την εξαιρετική έκδοση με τίτλο «ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ – ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΧΝΗ [1940-1970] ΑΡΧΕΙΟ ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΝΙΚΑΚΗ» του Υπουργείου Αιγαίου.




Μιλάει ο Αντώνης Δεληγιάννης ή Τσικρικάς, νέος καφετζής τα χρόνια του σεισμού. Περιγράφει τη βραδιά του σεισμού και αναφέρεται στα γεγονότα που ακολούθησαν:

«Ο σεισμός έγινε στις 20 Φεβρουαρίου του 1968 μετά τα μεσάνυχτα... είχα ένα μαγαζί, καφενείο, κάτω στην παραλία και είχαμε κλείσει, και ήμασταν στο σπίτι με τη γυναίκα μου…. ξαφνικά ήρθε ένας αέρας φοβερός... ήταν ο σεισμός. Αγκαλιάστηκα με τη γυναίκα μου στο κρεβάτι και διπλά άρχισαν να κατεβαίνουν πέτρες, και το εικονοστάσι πάνω από το κεφάλι μας στεκόταν στον αέρα... κατέβηκε το ντουβάρι από τη μία μεριά και φάνηκαν τα αστέρια. Το σπίτι ήταν διώροφο... πήγα να ανοίξω την πόρτα και δεν άνοιγε γιατί είχε πέσει άλλο σπίτι μπροστά. Μπατάρισα την πόρτα, την έσπασα και βγήκαμε.. φώναζε η γυναίκα μου και πήγαμε να βγάλουμε τη μάνα της και τον πατέρα της που μένανε σ’ άλλο σπίτι... στο δρόμο βλέπουμε ανθρώπους γυμνούς και ξυπόλυτους μέσα στο κρύο... είδα ένα γερό, τον μπάρμπα Παντελή που ήταν πάνω σε μία σκεπή και φώναζε «βοήθεια, βοήθεια» αλλά ποιος να τον βοηθήσει; Πήγα και έβγαλα τη μητέρα μου που έμενε μοναχή. 





Και παντού άκουγες φωνές, άλλος «το παιδί μου», άλλος «τη μάνα μου»... ανάβαμε φωτιές όλη τη νύχτα για να ζεσταθούμε και το πρωί που ξημέρωσε ήταν τα χείλια μας πρησμένα όπως των αραπάδων και τα μάτια μας δεν άνοιγαν από το θειάφι... ένας άνθρωπος ήτανε μέσα στη γη πλακωμένος και όπως πήγε κάποιος να κατουρήσει από πάνω του,  άκουσε τα βογγητά και έτσι τον σώσανε... σκοτώθηκαν πολλοί τότε, όχι μόνο στο χωριό αλλά και έξω στα καλύβια. Μετά πέσανε φαντάροι πολλοί γιατί ήταν στρατιωτικός νόμος και είχαμε δικτατορία... δεν μας άφηναν να πάμε να πάρουμε τα πράγματα μας ούτε αν είχες οικονομίες ή κάτι κρυμμένο δεν άφηναν να πλησιάσουμε…

Στην αρχή μέναμε σε σκηνές. Ένα πολεμικό πλοίο μας έφερε αντίσκηνα και μοίρασε νερό και ψωμιά... μείναμε έτσι πολλούς μήνες μέσα στα τσαντίρια και μετά αρχίσαμε να φτιάχνουμε παράγκες με ό,τι μαζεύαμε απ’ τα μπάζα. Έφτιαξα κι εγώ παράγκα και την έκανα μαγαζάκι στη Λεωφόρο... 

Μετά το σεισμό άρχισαν την κατεδάφιση... ο κόσμος δεν ήθελε γιατί τα σπίτια δεν είχαν πέσει όλα και πολλά είχαν μόνο μικροζημιές... αντί όμως να βγάλουν μία επιτροπή να τα εξετάσει και να αποφασίσει πως θα φτιαχτούν, τα έκαναν όλα μπάζα και τα έριξαν στα περιβόλια. Μας έφτιαξαν τα σπίτια που έχουν σήμερα, με τσιμεντόλιθους και δεν μπορείς να καθίσεις μέσα, γιατί το χειμώνα είναι κρύα και το καλοκαίρι γίνονται φούρνοι... δεν μπορούσαμε όμως να μιλήσουμε τότε γιατί υπήρχε ο φόβος και κυβερνούσαν οι στρατιωτικοί. 


Ακόμα και τις εκκλησίες κατεδαφίσανε οι εργολάβοι. Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων έστεκε αλλά την κατεδαφίσανε μετά το σεισμό. Η άλλη εκκλησία, που ήταν η Μητρόπολη, που ήταν η καλύτερη, δεν έπεφτε και έβαλαν δυναμίτες για να τη ρίξουν... ήταν όλο κολώνες με «τζενέτια» πιασμένη, φτιαγμένη από καλούς μαστόρους πλουμισμένη και όμορφη. Ένας μετανάστης στο Κογκό, ο Νικόλας Μακρής, είχε γίνει ευεργέτης κι είχε δώσει όλη του τη ζωή γι’ αυτή την εκκλησία. 

Της «χώρας το πηγάδι» που είχε οκτώ ωραίες κολώνες γύρω-γύρω με πατούρες για να βάζουν οι γυναίκες τις στάμνες τους δεν υπάρχει πια... κατεδαφίστηκε όπως και η εκκλησία του Ταξιάρχη που ήταν απέναντι».

Εκτός από την παραπάνω μαρτυρία του Αντώνη Δεληγιάννη, υπάρχουν κι άλλες σχετικές στην έκδοση με θέμα το αρχείο του Βασίλη Μανικάκη. Όμως στο ζήτημα του σεισμού γίνονται δραματικές αναφορές και σε ένα άλλο βιβλίο με τίτλο «Ιστορία της νήσου Αγίου Ευστρατίου (Άη Στράτη)» (Αθήνα, 1983) του Ιωάννη Αργ. Γιάννου. Η παρακάτω μιλάει για την επόμενη μέρα του σεισμού:


«Ρόδιζε πια η αυγή και όταν σε λίγο βγήκε ο ήλιος φάνηκε μ’ όλη του τη φρικαλεότητα το κακό. Βιβλικό το θέαμα της καταστροφής. Και όσο ανέβαινε ο ήλιος λαμπρός λαμπρός από τη μία ζέσταινε παρήγορα τα ξυλιασμένα κορμιά, αλλά και αποκάλυπτε πιο έντονα την καταστροφή. Σωροί πέτρες, ξύλα, κεραμίδια, οικοσκευές, στέγες συντριμμιασμένες, γυρτές, όρθιες, αναποδογυρισμένες. Σπίτια ερειπωμένα κατά τον ένα τοίχο να χάσκουν ισκιωμένα σαν πύλες Άδου, άλλα αυλακωμένα από τις ρωγμές, ετοιμόρροπα. Και γύρω γύρω στις άκρες του χωριού ένα πολύχρωμο πλήθος να κινείται αέναα… Και όμως σαν να ένιωθες μία νεκρική σιωπή τριγύρω. Όλα φαίνονταν αποσταμένα, πληγωμένα, νεκρά. Τριγύρω κυριαρχούσε ο φόβος και η αίσθηση πως λίγο πριν από δω διάβηκε ο θάνατος…».


Τέλος, στο παρακάτω απόσπασμα, ο Ιωάννης Αργ. Γιάννος μιλάει στο βιβλίο του για το φοβερό πλήγμα της καταστροφής του παλιού οικισμού του Άη Στράτη εξαιτίας του σεισμού:

«Ελάχιστα είναι τα κτίσματα που γλίτωσαν από το φονικό λεπίδι της μπουλντόζας όταν ισοπέδωσε τον πληγωμένο από τους σεισμούς του 1968 παλιό οικισμό. Βαρύ και σκληρό το πλήγμα αυτό της καταστροφής ενός ολόκληρου οικισμού, έχει αφήσει στις ψυχές των κατοίκων ένα βαρύ και αμετακίνητο άλγος. Ένας παραδοσιακός οικισμός 500 περίπου σπιτιών αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής, μοναδικής ίσως στο Βόρειο Αιγαίο, χάθηκε. Θεμελιωμένος μετά την τελευταία ερήμωση του νησιού κατά τον εποικισμό του 1540, ίσως και προγενέστερα. Δεμένος συναισθηματικά με βιώματα και αναμνήσεις, τα ανεξίτηλα βιώματα που μας δίνει η γενέθλια γη…».

Στις φωτογραφίες, φαίνεται η σημερινή όψη του οικισμού, που σήμερα απλώνεται και στις δυο όχθες του ποταμιού λίγο πριν καταλήξεισ τη θάλασσα. Πριν το σεισμό, ο οικισμός έπιανε μόνο την όχθη που ανεβαίνει στην πλαγιά του λόφου ως το κοιμητήριο. Εκεί ήσαν τα σπίτια και τα μαγαζιά. Τα περισσότερα κατέρρευσαν ή έπαθαν ανεπανόρθωτες ζημιές, ώσπου τα αποτελείωσαν οι μπουλντόζες, για να αντικατασταθούν από άλλα, μίζερα. Κάποια από αυτά είναι τώρα ακατοίκητα. Τα σπίτια που άντεξαν, επιδιορθώθηκαν ή στέκονται έρημα, μάρτυρες ενός παρελθόντος που πέρασε χωρίς ελπίδα επιστροφής. Υπήρχαν και μια σειρά από ανεμόμυλους, που σωριάστηκαν σε ερείπια και τώρα δεν υπάρχει κανείς. Ο σεισμός διέλυσε γειτονιές, δεσμούς, ένα τρόπο οργάνωσης της κοινωνικής ζωής. Οι σύγχρονοι κάτοικοι του οικισμού έβαλαν όλη τη νοικοκυροσύνη τους και τον ομόρφηναν, έδωσαν χρώμα στα μίζερα σπίτια που τους δόθηκαν, ενώ οργάνωσαν τη μικρή τους κοινωνία σε νέες βάσεις. Και μπορεί να πει κανείς πως επιτέλους τα παλιά τραύματα επουλώθηκαν. Γιατί η ζωή δεν σταματάει...