Κώστας Παππής

2/17/2010

Υπάρχει διέξοδος;



Τι έγινε στην Ελλάδα της τελευταίας δεκαετίας; Πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και πού θα φτάσουμε ακόμα; Τι έφταιξε και η χώρα δείχνει σαν να μην έχει ελπίδα, προοπτική εξόδου από το αδιέξοδο; Αλήθεια, δεν υπάρχει παρά μόνο αδιέξοδο;

Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση ότι στην Ελλάδα περίσσεψε τα τελευταία χρόνια η διαφθορά, η έλλειψη αξιοκρατίας, ο νεποτισμός, η απληστία των μεγάλων συμφερόντων και του κέρδους, η διαρπαγή του δημόσιου πλούτου, η διασπάθισή του από ανάξιες πολιτικές ηγεσίες κι από λογής παρατρεχάμενους, το βόλεμα της Ελληνικής κοινωνίας στις πελατειακές σχέσεις των κομμάτων εξουσίας που οδήγησε μεταξύ άλλων στην υπερτροφία ενός πανάκριβου, αντιπαραγωγικού, σπάταλου δημόσιου τομέα. Ήρθε ο καιρός της πληρωμής. Η χώρα τώρα πληρώνει. Αλλά όχι μόνο γι αυτά.

Πληρώνει και για τις άλλες αμαρτίες της. Πληρώνει για το γεγονός ότι, σε αυτό τον τόπο, σπουδαίες έννοιες έχασαν πια τη σημασία τους. Δείτε, για παράδειγμα, την έννοια «αγώνας». Αν υπήρξε κάτι τέτοιο τα τελευταία χρόνια, τις περισσότερες φορές αφορούσε λάθος στόχο, ήταν «αγώνας από την ανάποδη». Οι «αγώνες» των αγροτών τις περισσότερες φορές είχαν στόχο ουσιαστικά τη διατήρηση ενός φαύλου καθεστώτος επιδοτήσεων για ξοφλημένες καλλιέργειες, ενός καθεστώτος που τους οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στη χρεωκοπία. Οι «αγώνες» της συνδικαλιστικής ηγεσίας των φοιτητών και των καθηγητών τους είχαν στόχο να μην περάσει με κανένα τρόπο η αξιολόγηση και η ανόρθωση των πανεπιστημίων, να παραμείνουν για πάντα στη μίζερη ρουτίνα τους, παραδομένα στο θανάσιμο κομματικό εναγκαλισμό και στην ιδιοτέλεια των λογής «ηγεσιών» τους. Οι «αγώνες» μιας ολόκληρης κοινωνίας είχαν στόχο μια «καλύτερη ζωή» - όπου όμως η «καλύτερη ζωή» είχε την έννοια της όλο μεγαλύτερης κατανάλωσης, που ισοδυναμούσε με την πιο απλόχερη σπατάλη του φυσικού πλούτου της χώρας, με την καταστροφή του περιβάλλοντος και με τη βαθμιαία εγκατάλειψη των τελευταίων αξιών που ενδεχομένως επιβίωναν ακόμα (αγάπη για τη μάθηση, τιμή στην εργασία, σεβασμός στον άλλο, συλλογικότητα, αλληλεγγύη…).

Η χώρα πληρώνει και κάτι άλλο, που ίσως αποδειχτεί ότι είναι εκείνο που θα ορθώσει τα μεγαλύτερα εμπόδια για μια ανόρθωση και έξοδο από τη σημερινή κρίση: την πολυετή έλλειψη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας. Η Ελλάδα έγινε σιγά-σιγά μια χώρα που παράγει όλο και λιγότερα προϊόντα και υπηρεσίες, που πωλούνται όλο και ακριβότερα, και που γι αυτό τα ζητούν όλο και λιγότεροι άνθρωποι – ακόμα και οι ίδιοι οι Έλληνες – ενώ οι ανάγκες τους καλύπτονται από εισαγωγές που όλο και αυξάνουν. Η ανταγωνιστικότητα τα τελευταία χρόνια έχει κατρακυλήσει στη χώρα μας σε απίστευτα χαμηλά επίπεδα, τα χαμηλότερα του πρόσφατου εθνικού μας βίου.

Για του λόγου το αληθές, δείτε τον παρακάτω πίνακα που δείχνει τη διολίσθηση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας την τελευταία δεκαετία (πηγή το Παγκόσμιο Οικονομικό Forum - World Economic Forum). Στην πρώτη στήλη του πίνακα αναφέρονται τα έτη και στη δεύτερη η θέση της Ελλάδας όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα σε σχέση με ένα σύνολο περίπου 133 χωρών του κόσμου (ο αριθμός αυτός κυμαίνεται από χρόνο σε χρόνο) .

Έτος Θέση

1999 36
2000 33
2001 36
2002 31
2003 35
2004 38
2005 47
2006 47
2007 65
2008 67
2009 71

Όπως δείχνει ο πίνακας, μέχρι το 2004 η Ελλάδα βρισκόταν σε μια θέση που κυμαινόταν μεταξύ της 31ης και της 38ης στην παγκόσμια κατάταξη. Από το 2005 και ύστερα χάθηκε ο λογαριασμός. Έφτασε το 2009 να έχει κατρακυλήσει τόσο ώστε να κατατάσσεται στην 71η θέση (από την 67η που βρισκόταν το 2008). Συγκρίνετε τώρα αυτά τα στοιχεία με τα αντίστοιχα για τις επιδόσεις ως προς την ανταγωνιστικότητα κάποιων άλλων γειτονικών μας χωρών:

• Η Κύπρος από την 40η θέση που βρισκόταν το 2008 ανέβηκε στην 34η το 2009.
• Η Τουρκία από την 63η θέση που βρισκόταν το 2008 ανέβηκε στην 61η το 2009 (10 ολόκληρες θέσεις πιο ψηλά από την Ελλάδα).
• Η Ρουμανία από την 68η που βρισκόταν το 2008 ανέβηκε στην 64η θέση το 2009. Και αυτή πιο ψηλά από την Ελλάδα.
• Ακόμα και η Αίγυπτος είναι πιο ψηλά από την Ελλάδα, στην 70η θέση, έχοντας ανέβει εκεί από την 81η όπου βρισκόταν το 2008.
Πρόοδος σημειώθηκε και σε όλες τις άλλες χώρες της περιοχής, όπως η Αλβανία και η FYROM. Στην Ελλάδα, όμως, σταθερή και ραγδαία χρόνο με το χρόνο υποβάθμιση!

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ίδιου φορέα (Παγκόσμιου Οικονομικού Forum), οι πιο προβληματικοί παράγοντες που διαμόρφωσαν την παρακμή στην Ελλάδα κατά σειρά σπουδαιότητας ήσαν (με διαφορά!) η γραφειοκρατία, οι αγκυλώσεις της αγοράς εργασίας , η διαφθορά και το καθεστώς της φορολογίας. Από τα κριτήρια που πάρθηκαν υπόψη για την κατάταξη, εκείνα που συγκράτησαν κάπως την κατάσταση είναι το μέγεθος της αγοράς (διάβαζε ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή κοινότητα) και ακολουθούν η υγεία και η πρωτοβάθμια εκπαίδευση (πανάκριβες και αναποτελεσματικές όμως…) , η ανώτατη εκπαίδευση και κατάρτιση (που χωρίς πραγματική ανάπτυξη καταλήγουν σε στρατιές πτυχιούχων ανέργων…) και οι υποδομές (που όμως δεν εξασφαλίζουν υψηλή ανταγωνιστικότητα αν δεν συνοδεύονται από επενδύσεις που παράγουν πλούτο). Στην αντίπερα όχθη, εκείνα που μας χαντάκωσαν περισσότερο είναι η αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας (υπερδιογκωμένος δημόσιος τομέας, έλλειψη ευελιξίας) και η μακροοικονομική σταθερότητα (τα γνωστά χάλια στο δημόσιο δανεισμό και στο έλλειμμα).

Έδωσα ιδιαίτερη έμφαση στο συνολικό πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας γιατί εκεί, κατά τη γνώμη μου, θα κριθεί ο χρόνος και η δυνατότητα (με πόσες θυσίες, όμως, ιδίως για εκείνους που φταίνε λιγότερο) μιας ανόρθωσης και μόνιμης εξόδου από τη σημερινή κρίση. Προβλήματα όπως εκείνα που προβάλλονται σήμερα ως κυρίαρχα για τη χώρα μας (δημόσιο χρέος, έλλειμμα της κρατικής διαχείρισης), ενώ είναι πραγματικά, είναι επιμέρους συνιστώσες του προβλήματος της ανταγωνιστικότητας, που πάντως αντιμετωπίζουν και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, και κάποιες μάλιστα, πολύ πιο ισχυρές από την Ελληνική, σε πολύ εντονότερο βαθμό . Για παράδειγμα, το δημόσιο χρέος της Ιαπωνίας βρίσκεται σήμερα στο 227% έναντι 124,9% της Ελλάδας, ενώ σε άλλες χώρες (Ιρλανδία, Ισπανία, Μεγάλη Βρετανία) παρατηρείται αύξησή του με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό από ό,τι στην Ελλάδα. Όσον αφορά το έλλειμμα της κρατικής διαχείρισης στην Ελλάδα (12,7% του ΑΕΠ το 2009), το επίπεδό του δεν διαφέρει και πολύ από χώρες όπως οι ΗΠΑ (ξεπερνάει το 10%) και η Μεγάλη Βρετανία (ξεπερνάει το 12%). Όμως η διαφορά της χώρας μας από τις χώρες αυτές όσον αφορά τη συνολική ανταγωνιστικότητα, την ικανότητα παραγωγής πραγματικού πλούτου (άρα και τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της μακροπρόθεσμα) είναι συντριπτική.

Ποια απάντηση μπορεί να δοθεί, μετά από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, στο ερώτημα «δεν υπάρχει παρά μόνο αδιέξοδο;» που έθεσα στην αρχή; Είναι, νομίζω, φανερό ότι η απάντηση εξαρτάται από το αν μπορεί στην Ελλάδα να ανατραπεί ριζικά μια πραγματικότητα, όπως αυτή που περιγράφηκε παραπάνω, που έχει ριζώσει βαθιά στη νοοτροπία και στην καθημερινή ζωή της κοινωνίας μας. Φοβάμαι ότι καμία αισιοδοξία δεν μπορεί να εμπνεύσει η σημερινή εικόνα αυτής της βαθιά αλλοτριωμένης, κατακερματισμένης κοινωνίας, παραδομένης για χρόνια, χωρίς σχεδόν καμιά αντίσταση, σε μια πολιτική ηγεσία που, μασκαρεμένη με μια ρητορεία καλών προθέσεων, διδάσκει στην πράξη αδιάκοπα την ιδιοτέλεια και την αδιαφορία για τη χώρα.

Εκτός αν συνειδητοποιήσουμε όλοι την ουσία του προβλήματος και αποφασίσουμε να κάνουμε τη μεγάλη αλλαγή...