Κώστας Παππής

9/30/2021

Συνεχίζουμε στο Πιτυός

 29 Σεπτεμβρίου 2021




















Όσες φίλες κι όσοι φίλοι ήρθατε μαζί μου στο Πιτυός, το χωριό βόρεια της Χίου, στο βόρειο-βορειοανατολικό κομμάτι του νησιού, ετοιμαστείτε για την συνέχεια της ξενάγησης και για τις άλλες εκπλήξεις. Είπαμε: αυτές δεν τελειώνουν στις ζωγραφισμένες πόρτες των παλιών ακατοίκητων σπιτιών, έργα των χεριών του Μπάμπη Κοίλιαρη. Συνεχίζουμε, λοιπόν.

Επόμενη έκπληξη: το Πιτυός ήταν αρχαίο χωριό! Πίτυς είναι αρχαία ελληνική λέξη, που σημαίνει πεύκο. Από αυτή την λέξη ονομάστηκε το χωριό. Αυτό αποτελεί μια πρώτη απόδειξη ότι το Πιτυός ήταν αρχαίο χωριό - άλλωστε σε χρυσόβουλο του 13ου αιώνα του Μιχαήλ Παλαιολόγου αναφέρεται με το όνομα Πιτυούς. Ολόκληρα νησιά στην αρχαιότητα, όσα διέθεταν αφθονία πεύκων, είχαν ονομασία ή προσωνύμιο που προερχόταν από αυτή την λέξη. Για παράδειγμα, αυτό ίσχυε για ολόκληρη την Χίο, που μια από τις ονομασίες της ήταν «Πιτυούσσα». Οι Σπέτσες στην αρχαιότητα ονομάζονταν κι αυτές «Πιτυούσσα», για τον ίδιο λόγο. Ακόμα κι η Ύδρα είχε αυτό το όνομα αφού, μην κοιτάτε τώρα που είναι σκέτος βράχος, χωρίς δέντρων σκιά, τότε ήταν καλυμμένη με πεύκα. Ακόμα και πέρα, στην μακρινή Ιβηρική, ο Στράβων αναφέρει δυο νησιά με τ’ όνομα «Πιτυούσσαι».

Αλλά η ιστορία του χωριού πάει πολύ πιο πίσω αφού, σύμφωνα με τον μύθο, εδώ έφθασε περιπλανώμενος ο Όμηρος! Κι ενώ κοιμόταν στο ύπαιθρο την νύχτα, έπεσε πάνω του ένα κουκουνάρι («καρπός της πίτυος»), και… νάτο το όνομα του χωριού! 

Αυτά τα γράφει, στο «Περί Ομήρου γενέσεως» ο Ηρόδοτος. Ή, για σταθείτε, μήπως… Συναντήσαμε το σχετικό απόσπασμα γραμμένο σε μαρμάρινη στήλη στον δρόμο απέναντι από την έκπληξη που σας φυλάω για το τέλος:

«… Ο δε Όμηρος...την δε ημέραν πορευόμενος και πλανώμενος απίκετο ες το χωρίον τούτο ο Πίτυς καλέεται». Ηρόδοτος,  Περί Ομήρου Γενέσιος, κεφάλαιον κ.  

Ηρόδοτος… μεγάλο κεφάλαιο για την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας! Αλλά αποδεικνύεται ότι βιάστηκα! Δεν πρόσεξα ένα «Ψ», γραμμένο μπροστά από το όνομά του: «Ψ Ηρόδοτος»! Δείτε το κι εσείς στην φωτογραφία. Τι σημαίνει; Μα πως δεν ήταν ο Ηρόδοτος που τα έχει γράψει αυτά, αλλά κάποιος άλλος, που δεν γνωρίζουμε το πραγματικό όνομά του, και που ονομάστηκε από τους ιστορικούς Ψευδο-Ηρόδοτος!

Μια ακόμα έκπληξη του χωριού είναι ο μεσαιωνικός πύργος που βρίσκεται στο όριό του στα νότια, κοντά στον δρόμο που έρχεται από τα Καρδάμυλα. Είναι πολυγωνικό διώροφο κτίσμα, καλά συντηρημένο και επισκέψιμο, ύψους 13 μέτρων, που ορθώνεται πάνω σε βράχο, περιτριγυρισμένο από λαγκάδι. Η κατασκευή του τοποθετείται στον 14ο αιώνα, στην περίοδο που κυριαρχούσαν στο νησί οι Γενοβέζοι (1346-1566). Είναι εύκολα προσβάσιμος χάρη στο νεότερο κλιμακοστάσιο που οδηγεί στην είσοδο.

Δίπλα στον Πύργο που δεσπόζει  στο χωριό υπάρχει ένας παλιός μύλος.  Θα μάθουμε από μια πινακίδα που έχει καταρρεύσει, πως πρόκειται για ένα λιθόκτιστο κτίσμα που χρησιμοποιήθηκε σαν ανεμόμυλος για το άλεσμα σιτηρών. Χρονολογείται πιθανότατα από τον 19ο αιώνα και αναπτύσσεται  σε δύο επίπεδα, ισόγειο και υπόγειο. Το ισόγειο περιλαμβάνει  τον κύριο χώρο του ανεμόμυλου, με τους μηχανισμούς παραγωγής, και το υπόγειο έχει αποθηκευτικούς χώρους. Η λειτουργία του μύλου αξιοποιεί τον άνεμο. Μέσα από τα εξωτερικά πτερύγια μεταδίδεται η κίνηση στον οριζόντιο άξονα και από κει στον κατακόρυφο και τις μυλόπετρες, δυο βαριές πέτρινες κατασκευές σε σχήμα δίσκου, η μία πάνω στην άλλη, που χρησιμοποιούνται για την λειτουργία του αλέσματος. Ανάμεσα στις δύο οριζόντιες μυλόπετρες  συνθλίβονται οι καρποί για να γίνουν αλεύρι.

Η τελευταία έκπληξη μας περιμένει  καθώς, διασχίζοντας το χωριό που είναι γεμάτο κόσμο, ιδίως νέους και παιδιά, φτάνουμε  στην ταβέρνα που θα φάμε απόψε. Πρόκειται για  την ταβέρνα του Μάκελου, στην άκρη του χωριού, κάτω από τον αιωνόβιο πλάτανο,  που κουβαλάει κι αυτός μέρος της ιστορίας του. Δεν είναι μόνο η υπέροχη τοποθεσία, η άψογη εξυπηρέτηση, το καταπληκτικό, πλούσιο μενού που θα μας κλέψουν φεύγοντας όλα τ’ αστέρια που έχουμε στην διάθεσή μας για την αξιολόγησή της. Γιατί εκεί ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας,  ο Νίκος Γεωργούλης, εκτός από τ’ αστέρια κλέβει την καρδιά μας! Ο Νίκος, που αγαπάει τον τόπο, αγαπάει αυτό που κάνει, αγαπάει τους πελάτες του και το δείχνει με την περιποίηση και την φροντίδα του, λύνοντάς μας κάθε απορία και βοηθώντας μας να καταλάβουμε πόσο τυχεροί ήμασταν που είχαμε βρεθεί σ’ αυτό το χωριό. 

Από τον Νίκο μάθαμε πως το όνομα "Μάκελος" της περιοχής αυτής του χωριού, από όπου πήρε το όνομά της και η ταβέρνα, έχει την ρίζα του στο μακελειό που έγινε εκεί, στον τόπο που οι Τούρκοι τιμώρησαν τους Πιτυανούς για την αντίστασή που πρόβαλαν - το Πιτυός ήταν ο μόνος οικισμός του νησιού που πρόβαλε αντίσταση στην Σφαγή της Χίου. 

Απέναντι από την ταβέρνα του Μάκελου, στην άλλη, την βορεινή είσοδο του χωριού, υπάρχει μεγάλος ναός, αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο τον Χιοπολίτη, που μαρτύρησε το 1807 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Ο ενοριακός ναός (η «χωριοεκκλησιά») του Πιτυούς είναι άλλος. Είναι κι αυτός στο όνομα του Αγίου Γεωργίου, αλλά του Τροπαιοφόρου. Σημαντικός είναι και ο ναός της Αγίας Παρασκευής στο κέντρο του χωριού, κτισμένος το 1817.

Αποχαιρετούμε το Πιτυός με την υπόσχεση να ξανάρθουμε!


Ποιος είναι για μια βόλτα στο Πιτυός;

 25 Σεπτεμβρίου


Χίου συνέχεια. Σας άφησα στον Γιόσωνα, με τον Ιάσονα και το πλήρωμα της Αργώς να ξεδιψάνε και να κάνουν τις προμήθειές τους για την συνέχεια του ταξιδιού τους προς την μυθική χώρα της Κολχίδας. Προηγουμένως σας είχα ταξιδέψει για λίγο στα γειτονικά Ψαρά, στα κάστρα τ’ ουρανού.

Ελάτε τώρα σ’ ένα μικρό χωριό, το Πιτυός, για το οποίο οι φίλοι που με φιλοξενούν μου έχουν δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες. Πρώτη φορά άκουγα τ’ όνομα. Είναι κτισμένο 27 χιλιόμετρα βόρεια από την πόλη της Χίου, γύρω στα 450 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. 

Η παρέα μας ξεκινάει απόγευμα. Κατευθυνόμαστε προς το βόρειο-βορειοανατολικό κομμάτι του νησιού, σε μια ορεινή περιοχή, άγονη, παραπλέοντας ανάποδα την κοιλάδα που ξεκινάει από το χωριό και καταλήγει στα Καρδάμυλα. Το χωριό είναι  αρκετά απομονωμένο, από τα πλέον απομονωμένα χωριά του νησιού. Η εξέλιξη του πληθυσμού του χωριού στις επίσημες απογραφές των τελευταίων δεκαετιών κυμάνθηκε από 257 (2011, τελευταία απογραφή) μέχρι 393 (απογραφή 2001).

Φτάνουμε στο χωριό, κι αρχίζουν οι εκπλήξεις, καθώς περπατάμε στα δρομάκια και στα καλντερίμια, κάτω από στοές, ανάμεσα σε σπίτια παλιά, πέτρινα, κι άλλα νεότερα, και εκκλησίες.

Βιάζομαι να σας μιλήσω για την πρώτη έκπληξη. Την θεωρώ κατάλληλη εισαγωγή σ’ ένα τόπο που δεν περίμενα να συναντήσω: καθώς περνάμε από γειτονιά σε γειτονιά, αντικρίζουμε πόρτες παλιών σπιτιών,  που δεν  κατοικούνται,  με θέματα από την ζωή  την παραδοσιακή του χωριού. 

Βοσκοί και  βοσκοπούλες και πρόβατα,  με χρώματα ζωηρά, ζωγραφιές που αναδίδουν ευωδιά από φρεσκοαρμεγμένο γάλα, που ξεχειλίζουν ζωή από ένα παρελθόν που έχει αφήσει ζωηρά τα ίχνη του στο σήμερα,  αφού η εκτροφή  αιγοπροβάτων   αποτελεί ακόμα βασικό μέσο βιοπορισμού στο χωριό. 












Μια ζωγραφική που θυμίζει, χωρίς να μιμείται, τους μεγάλους ναΐφ ζωγράφους, και που αποκαλύπτει μάστορα που ξέρει την τέχνη του καλά κι εμπνέεται γνήσια από λαϊκά θέματα. Πλησιάζω και διαβάζω  το όνομα  του δημιουργού: Κοίλιαρης. Δεν τον γνώριζα. Αργότερα το έψαξα κι έμαθα  πώς  ο Μπάμπης Κοίλιαρης  είναι γνωστός Χιώτης ζωγράφος (και όχι μόνο), με σημαντικό έργο, που το έχει εκθέσει επανειλημμένα στη Χίο και ανά την Ελλάδα (ψάξτε τον στο ίντερνετ).

Σκέφτομαι πως κάθε ζωγραφισμένη πόρτα μας ανοίγει, όχι στο εσωτερικό του κλειστού (για πάντα ίσως;) σπιτιού που σφαλίζει, αλλά για να μας δώσει θέα σ’ ένα παλιότερο γοητευτικό κόσμο, που όλα ήταν πιο απλά, πιο δύσκολα ίσως, αλλά πάντως όχι στεγνά, πιο θαλερά από το σήμερα…  

Φωτογράφισα σχεδόν όλες τις ζωγραφισμένες πόρτες, αλλά προτίμησα να ανεβάσω εδώ τις, τεχνικά πιο άρτιες, φωτογραφίες του ζωγράφου. Απολαύστε τις.

Οι εκπλήξεις δεν τελειώνουν εδώ. Συνεχίζονται στο επόμενο!


ΖΕΙ

 13 Σεπτεμβρίου 2021


Δυο τρία σχόλια για τον Μίκη, τώρα που δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας, όμως ΖΕΙ!

Για τον Μίκη Θεοδωράκη γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά μετά την είδηση του θανάτου του, και αυτό θα συνεχιστεί για πολύ καιρό ακόμα. Η προσωπικότητά του, όπως και το έργο του, όπως και το δέσιμό του με την ιστορία της Ελλάδας σε όλο το μήκος της συνειδητής ζωής του, ήταν τόσο μεγάλα και πολύπλευρα, πού η συζήτηση για τον Μίκη είναι αδύνατο να εξαντληθεί στα πλαίσια μιας μικρής ή μεγαλύτερης προσωπικής κατάθεσης και απόπειρας ανάλυσης. Αναγκαστικά κάθε συμβολή στην συζήτηση θα περιορίζεται σε μία πολύ μικρή περιοχή αυτού του «φαινόμενου» που υπήρξε ο Θεοδωράκης. Αυτό εδώ το μικρό κείμενο δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο. Θα μείνω σε 2-3 μόνο σημεία, προσπαθώντας να κρατήσω αποστάσεις από προσεγγίσεις που προτιμούν τόνους δοξαστικούς-επικούς ή ελεγειακούς, πράγμα δύσκολο. 

Το πρώτο σημείο που θα αναφερθώ αφορά, όσο κι αν θα ακουστεί περίεργο, το τέλος του. 

Η είδηση για τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη, από καιρό αναμενόμενη λόγω των βαθιών γηρατειών του, αναπαράχθηκε και σχολιάστηκε από τα χείλη όλων των Ελλήνων. Την υποδέχθηκε ένα πάνδημο ενδιαφέρον. Πολλοί την υποδέχθηκαν με λύπη για την απώλειά του, συνδέοντάς την καθένας με την προσωπική του ιστορία. Οπωσδήποτε για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες που η λέξη “αντίσταση”, όπως κι η λέξη “ευαισθησία”, είχαν και εξακολουθούν να έχουν κάποιο νόημα, η είδηση πως ο Μίκης έκλεισε τον βιολογικό του κύκλο προκάλεσε συγκίνηση και συνειρμούς από μνήμες δεμένες με τον άνθρωπο που αποτέλεσε σημαντικό κομμάτι της ζωής τους. Την ζωή αυτών των Ελλήνων και των Ελληνίδων, σε κάποια τουλάχιστον φάση της, την σφράγισε το έργο και η δράση του. Έργο ενός σπουδαίου μουσικού δημιουργού και δράση ενός μεγάλου αντιστασιακού. Προσωπικά μιλώντας, μπορώ να καταθέσω πως όλη μου η νεότητα, ακόμα και η προχωρημένη, σφραγίστηκε από τις δύο αυτές ιδιότητες του Μίκη, του δημιουργού και του αντιστασιακού. Και όλη μου η ζωή σημαδεύτηκε από το τεράστιο μουσικό του έργο, για το οποίο του είμαι ευγνώμων. 

Καθώς τα σκέφτομαι αυτά, συνειδητοποιώ πώς σπάνια στην ζωή συμβαίνει ο θάνατος ενός ανθρώπου να προκαλέσει, μαζί με το πένθος, το αντίθετό του. Κάτι που απαλύνει το πένθος, ένα μήνυμα που αχνοφέγγει μέσα στο σκοτάδι, η υποψία ενός χαμόγελου, του χαμόγελου που γεννάει η ελπίδα.

Ίσως έτσι συμβαίνει με την περίπτωση της απώλειας του Μίκη, μέσα σ’ αυτούς τους μαύρους καιρούς που ζει η πατρίδα μας. Το έργο του, επικό ή λυρικό, απλώνεται και πλημμυρίζει αυτές τις μέρες κάθε γωνιά της Ελλάδας. Αλλά το ίδιο συνέβαινε πάντα, όλα τα χρόνια, για πολλές δεκαετίες. Το έργο του και ό,τι αυτό σηματοδότησε δεν ξεχάστηκε ποτέ. Δεν έσβησε ποτέ η μνήμη που ντύθηκε με τους ήχους των τραγουδιών του. Σκέφτομαι λοιπόν πως, αν μαζί με αυτό το έργο, άνθισαν κάποτε οι αμυγδαλιές μιας άνοιξης, γιατί να μην ανθίσουν πάλι; Ο σπόρος είναι εκεί, τα όνειρα τρέφονται ακόμα από τα τραγούδια του, το ίδιο κι οι έρωτες, το ίδιο οι χαρές κι οι λύπες της ζωής. Τους αγώνες των νέων συνοδεύουν μαχητικά τα τραγούδια του, όπως πάντα. Δεν έχουν σβήσει οι εικόνες, τα αισθήματα, οι εμπνεύσεις που γέννησαν οι μουσικές του. Αυτές θα ντύσουν πάλι τα νέα κινήματα που ήδη σαλεύουν στα σπλάχνα της κοινωνίας (που δεν θ’ αντέξει για πολύ ακόμα το άδικο), όταν θα ωριμάσει ο καιρός για “να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα”. 

Είναι άραγε τα παραπάνω ρεαλιστικά ή απλά μια ονειροπόληση, ένας ευσεβής πόθος, που γεννάει η σημερινή μαυρίλα; Τα κινήματα δεν μπορούν ν’ ανθίσουν στο έδαφος μιας μουσικής, όσο μεγάλη κι αν είναι. Θέλουν ειδικές συνθήκες για να εισβάλουν στην ιστορία και να σαρώσουν ό,τι μέχρι χτες φαινόταν οριστικό, αμετακίνητο. Υπάρχουν αυτές οι συνθήκες στην Ελλάδα σήμερα; Ο καιρός θα δείξει. 

Αν τα παραπάνω αποτελούν τον βασικό κορμό των σκέψεών μου, υπάρχει ένα ζήτημα που δεν μπορούμε ν’ αποφύγουμε να συζητήσουμε. Αναφέρομαι στον Μίκη των τελευταίων χρόνων, δεκαετιών για την ακρίβεια, της ζωής του, που κάποιες ενέργειες και τοποθετήσεις του ξεσήκωσαν αρνητικές αντιδράσεις, μέχρι και αναθέματα.

Γράφτηκε κάπου πως, για τον Μίκη, “η επικοινωνία του με τα πλήθη, με τον «λαό», ήταν η διαρκής αγωνία του. Από εδώ προήλθαν τα κλέη αλλά και τα μεγάλα λάθη”. 

Τα κλέη αλλά και τα μεγάλα λάθη! Πόσο αληθινό! Μόνο που εγώ θα πρόσθετα στο πάθος του για επικοινωνία και την διακαή επιθυμία του να είναι ο εκφραστής της ενότητας του λαού. Όλου του λαού. Μόνο που η ενότητα του λαού που οραματιζόταν ο Μίκης, στο πολιτικό πεδίο ειδικά, ήταν ένα φάντασμα. Απόδειξη η διχόνοια κι οι αλλεπάλληλες συγκρούσεις που ταλαιπώρησαν την Ελλάδα στον διάβα της ιστορίας της, φτάνοντας σε εμφύλιες συρράξεις. Ενότητα δεν μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στον δημοκράτη και τον χρυσαυγίτη, ούτε ανάμεσα στον αγωνιστή του ΕΑΜ και τον μαυραγορίτη ή τον συνεργάτη των Ναζί. Ακόμα και η ταξική ενότητα είναι διαρκές ζητούμενο, αφού οι αντίπαλοι των καταπιεζόμενων τάξεων έχουν τα μέσα και τον τρόπο να παρασύρουν και να εγκλωβίζουν σημαντική μερίδα των καταπιεζόμενων και να την χρησιμοποιούν για να προωθούν τα συμφέροντά τους. 

Όσον αφορά την επικοινωνία, είναι αλήθεια πως ο Μίκης δεν τσιγκουνεύτηκε ποτέ το να κάνει δηλώσεις και να επικοινωνεί με κάθε τρόπο με τον «λαό του». Γι’ αυτήν την επικοινωνία δεν είχε επαγγελματίες συμβούλους, αυτούς που είναι της μόδας σήμερα και χρησιμοποιούνται αφειδώς, αδίστακτα, από εκείνους πού δυστυχώς ορίζουν τις τύχες αυτής της χώρας σήμερα, καταστρέφοντάς την. Ο «σύμβουλός» του ήταν το ένστικτό του, η αγάπη του για τον τόπο του και τον «λαό του» (όπως τέλος πάντων όριζε, ήθελε ή οραματιζόταν αυτόν τον λαό), η φιλοδοξία του να είναι χρήσιμος, αλλά, σύμφωνα τουλάχιστον με ορισμένους, και μία τάση υπέρμετρης αυτοπροβολής του. Αυτόν τον “σύμβουλο” τον χρησιμοποίησε σε όλο το μήκος της ζωής του. Όμως, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αλλά και πιο πριν, ο «σύμβουλός» του τον οδήγησε σε κραυγαλέα λάθη («Καραμανλής ή τανκς»…), ιδίως όταν, με την βοήθεια και της βιολογικής του έκπτωσης, εισέβαλαν καθοριστικά στην ζωή του ορισμένα πρόσωπα. Με αποτέλεσμα να υποστεί κακοποίηση η δημόσια εικόνα του. Αυτό που εύχομαι και θέλω να πιστεύω είναι πως ο χρόνος θα λειτουργήσει κατευναστικά και θ’ απαλείψει όποια κακοποίηση τού έγινε, με ευθύνη και δική του. Και πως από τον Μίκη θα ζει στην συλλογική μνήμη η εικόνα του με τα χέρια του ν’ απλώνονται ως τον ουρανό διευθύνοντας τις μεγάλες μουσικές του και με το μπόι του να δίνει μέγεθος στα κινήματα όπου μέσα τους πάλεψε.


Στον Γιόσωνα της Χίου, με το πλήρωμα της Αργώς, τον Ιάσωνα και τους άλλους

23 Αυγούστου 2021














Έλεγα προχτές για τα Ψαρά και για τα κάστρα τ’ ουρανού, γράφοντας από τον Γιόσωνα, κοντά στα Καρδάμυλα, στην Χίο, όπου βρέθηκα προσκαλεσμένος για λίγες μέρες. 

Ποιος είναι ο Γιόσωνας; Θα τον βρείτε σημειωμένο στο βόρειο ανατολικό άκρο της Χίου,  απέναντι από τον βαθύ κόλπο της Σμύρνης.  Εδώ, λέει ο μύθος, σταμάτησε για λίγο ο Ιάσονας με το πλήρωμά του της Αργώς, στον δρόμο πρός την Κολχίδα, το δέρμα από το χρυσόμαλλο κριάρι,  και το πεπρωμένο του,  την Μήδεια.

Ακόμα δείχνουν το αρχαίο βαθύ πηγάδι πάνω στην βοτσαλωτή παραλία όπου σταμάτησαν να πιούν νερό ο Ιάσονας και οι πενήντα τόσοι νοματαίοι του πληρώματος, γιοί θεών και κοινών θνητών. Μεγάλα ονόματα, γνωστά, ο Ορφέας,  ο Ηρακλής, ο Θησέας, οι Διόσκουροι,  η παρθένα κυνηγός Αταλάντη, ο Αμφιάραος κι ο Μελάμπους… Αλλά και ελάσσονα, ο Βούτης, ο πανέμορφος μελισσουργός από την Αθήνα, κι ο Καλάις και ο Ζήτης, οι φτερωτοί γιοί του Βοριά, κι ο Ύλας...

Από ψηλά, στο σπίτι της Μαρίας, αγναντεύω λίγο πιο κάτω αραγμένη την Αργώ και την μακριά γραμμή των λαμπρών ναυτών που παίρνουν σειρά μπρος στο πηγάδι, μέσα στο κτήμα της, για να δροσιστούν. Ο Γιώργος λέει να βάλουν μπρος και να το βαθύνουν, όπως ήταν παλιά. Προς την δύση ορθώνεται η οροσειρά με τα πεύκα και το βαθύ φαράγγι που το νερό του, όταν βρέχει, ξεχύνεται στην θάλασσα, λίγα μέτρα πιο πέρα. Εκεί θα πάει να κοιμηθεί η αποψινή πανσέληνος.

Σε μιαν αποθήκη του σπιτιού, η Μαρία ανακαλύπτει έναν πίνακα που ανήκε στην γιαγιά της. Δείχνει το περιώνυμο ζεύγος, τον Ιάσωνα φορτωμένο με το χρυσόμαλλο δέρμα να κοιτάζει προς το μέρος της μάγισσας Μήδειας, που έχει ποτίσει, για να τον κοιμίσει με μαγικό φίλτρο σ’ ένα τάσι, τον δράκο που το φυλάει.

Ψαρά - τα κάστρα τ' ουρανού


25 Αυγούστου 2021

Είχα βρεθεί πριν μερικά χρόνια στα Ψαρά. Αυτές τις μέρες  βρέθηκα στην Χίο, στον Γιόσωνα, κοντά στα Καρδάμυλα, και τα θυμήθηκα. Μου τα θύμισε ένα βιβλίο που έπεσε στα χέρια μου. Συγκεκριμένα, αυτό που διάβασα σε μια σελίδα του, που είπα να την μοιραστώ  μαζί σας. Το βιβλίο μιλάει για τα Καρδάμυλα, αλλά μιλάει και για τα Ψαρά. Άλλωστε δίπλα στην Χίο είναι. 


“Τα κάστρα του ουρανού

Όλοι εδώ στα Ψαρά σου μιλάνε για το κάστρο.  Το κάστρο που είναι πάνω στη Μαύρη ράχη.  Ανέβηκα κι εγώ να το δω και βρήκα μονάχα λίγες πέτρες. “Σαν μπήκαν οι Τούρκοι απ’ το βορρά, εδώ πάνω στη Μαύρη Ράχη συνάχτηκαν τα  γυναικόπαιδα.  Το αίμα, λένε στο νησί, είχε φτάσει ως τη φτέρνα.  Και οι Τούρκοι όλο κατέβαιναν, όλο ανέβαιναν προς το Κάστρο.  Λένε πως οι ίδιοι οι Ψαριανοί τους άνοιξαν την πόρτα να μπουν μέσα. Είχαν πάρει τη μεγάλη απόφαση. Το ‘ξεραν πως ήταν πια χαμένοι για πάντα. Τώρα στις καρδιές τους είχε μείνει μονάχα η εκδίκηση.  Μια άγρια εκδίκηση που έφτανε μέχρι την θυσία.  Την αυτοκαταστροφή.

Από τον γκρεμό που ανοίγεται πάνω από το πέλαγος, μπόρεσαν και κατέβασαν μονάχα λίγα γυναικόπαιδα.  Οι πιο πολλοί μείναν μέσα στο κάστρο. Και τότε ο Βρατσάνος,  βούτηξε την αναμμένη δάδα στο μπαρούτι.  Και το κάστρο ανέβηκε στον ουρανό. Και το δικό του λαμπάδιασμα το είδε ο Σολωμός στην Κέρκυρα.  Το αντίκρισε το προφητικό βλέμμα του Βίκτωρα Ουγκώ.  Πέρασε σαν κομήτης φλογισμένος πάνω από την Ευρώπη. 

200 χρόνια τώρα να φτάνουν οι ξένοι περιηγητές στην Ελλάδα. Και όλο ανεβαίνουν στη Μαύρη Ράχη για να δούνε τά  κάστρα της. Όμως κάστρα δεν υπάρχουν, μονάχα πέτρες αντικρίζουν. Τα ελληνικά κάστρα δεν βρίσκονται στη γη. Στον ουρανό βρίσκονται. Το Σούλι, το Αρκάδι, το Μεσολόγγι, τα Ψαρά… Είναι τα κάστρα της Ρωμιοσύνης. Τα κάστρα του ουρανού!

(Θωμά Στεργιοπούλου, “Καρδάμυλα,  ένα κατάρτι της Ελλάδας”,  Εκδόσεις Φιλοπρόοδος Όμιλος Καρδαμύλων).

Σε μιαν άλλη σελίδα  ο συγγραφέας θυμίζει τα όσα προηγήθηκαν από την καταστροφή  στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη: “Είχαν, λέει, πολλά καράβια οι Ψαριανοί τότε στην επανάσταση. Γεμάτο το λιμάνι με πανιά. Κι όμως το νησί σφαγιάστηκε. Καταστράφηκαν τα Ψαρά. Ήτανε, λέει, εκείνη την ημέρα νηνεμία. Είχε πήξει η θάλασσα, και τα καράβια με τα πανιά δεν μπορούσαν να ανοιχτούν στο πέλαγος. Να πολεμήσουν με τα τουρκικά. Ήταν μοιραία η καταστροφή.Τι τραγική πού είναι η μοίρα της Ελλάδας. Πότε ο Εφιάλτης, πότε η Κερκόπορτα και πότε η νηνεμία. Και η μεγάλη καταστροφή έρχεται να χτυπήσει βαριά τον τόπο αυτό. Και πάντα οι Έλληνες, 3.000 χρόνια να πιστεύουν στη μοίρα!”.

Στο αρχαίο Τραγούριον, στις Δαλματικές ακτές, με τα φτερά του Καιρού, του Λύσιππου

6 Αυγούστου 2021

Σε μιαν απόδραση από το σκηνικό του δέους, τ’ αποκαΐδια των φοβερών ημερών που ζούμε, σας προσκαλώ, φίλες και φίλοι. Σ’ ένα ταξίδι στις Δαλματικές ακτές, σε μια πόλη μικρή, πανέμορφη,  που στέλνει πολυσήμαντο μήνυμα στην δική μας πόλη, τη νέα Σικυώνα.

Μεθαύριο Δευτέρα, 9/8, στις 9 το βράδυ, στη δροσιά του προαύλιου χώρου του Αρχαιολογικού Μουσείου Σικυώνας, σε μια παρουσίαση με λόγο και εικόνες με τίτλο «Τρογκίρ» και με βασικές αναφορές στην ιστορία αυτής της αρχαιοελληνικής αποικίας, του Τραγούριου, στον συντοπίτη μας Λύσιππο, τον μέγιστο γλύπτη, και στο εμβληματικό έργο του «Καιρός».

Είσοδος ελεύθερη με πνεύμα ελεύθερο!



Το μυστικό της ξέρας: η παρουσίαση

25 Ιουλίου 2021

Τρεις μέρες έμειναν. Την Τετάρτη, 28 Ιουλίου, ώρα 21:00, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σικυώνας, παρουσιάζεται το νέο (αποκαλυπτικό…) βιβλίο μου, μια νουβέλα με τίτλο «Το μυστικό της ξέρας». 

Είσοδος ελεύθερη, για όσους επιθυμούν να γνωρίζουν την αλήθεια…

Για τσάι στην Ζήρια

12 Ιουλίου 2021

Η μέρα είναι του μαζέματος. Μια το ένα, μια το άλλο, κλείσαμε τρία χρόνια χωρίς ν’ ανέβουμε στην Ζήρια για τσάι. Εξοπλισμένοι μ’ αισιοδοξία και καλές προσδοκίες παίρνουμε τον δρόμο για το Κεφαλάρι, την παλιά μας Ντούσια. Περνάμε μέσα από το χωριό κι ανηφορίζουμε προς τα Ισώματα.

 

Στο οροπέδιο, πρόποδες της ανατολικής Ζήριας, παίρνουμε τον γνωστό μας δασικό δρόμο της συμφοράς. Παλιά εξυπηρετούσε υλοτόμους, σήμερα εμπόρους και συνεργεία για κατεστραμμένα λάστιχα. Ο εγκαταλειμμένος δρόμος πάει προς τα Καμένα, από κείνη την φοβερή πυρκαγιά που παραλίγο να κάψει όλο το δάσος της Ζήριας. Μετά ντουγρού προς το Πηγάδι του Καλόγερου. Θαύμα-θαύμα, φτάνουμε στον μυστικό μας τόπο! 

Ανώμαλη προσγείωση, χαμένα όνειρα. Νάναι μαζεμένα από άλλους που μας προλάβανε; Νάναι βοσκημένα από κοπάδια; Ούτε τόνα ούτε τ’ άλλο. Κάτι λίγα, κάτι τσουρούτικα, δεν φτάνουν ούτε για παρηγοριά. Οι καιροί άλλαξαν, ο  τόπος κλαίει για νερό, πώς να μας ευχαριστήσει; 

Τα ίδια πάθαμε τα περασμένα Χριστούγεννα με τα horns of plenty, τις τρομπέτες του θανάτου, τα μανιτάρια που μαζεύαμε για το κριθαρώτο μας. Τσάι δεν βρήκαμε εκτός από ελάχιστο, ας χορτάσουμε με τοπίο και τίποτα φωτογραφίες. 

Επιστροφή με αυτιά κατεβασμένα και ταλαιπωρημένη μέση. Του χρόνου;