Κώστας Παππής

1/23/2018

Για μια άλλη φρυκτωρία: ένα απρόσμενο γράμμα



Η προηγούμενη ανάρτησή μου (http://costaspappis.blogspot.gr/2017/12/) για την αρχαιολογική τοποθεσία στο Καίσαρι, όπου ισχυρίζομαι ότι υπήρξε τόπος εγκατάστασης αρχαίας φρυκτωρίας που τα ολοφάνερα σημάδια της υπάρχουν μέχρι σήμερα, στάθηκε αφορμή για να λάβω ένα απρόσμενο γράμμα, για μια άλλη φρυκτωρία. Το γράμμα ήρθε από την Αυστραλία, από τον παλιό συμμαθητή και φίλο Νώντα Κωνσταντίνου που είναι εγκατεστημένος εκεί από τα νιάτα του, από δεκάδες χρόνια πίσω. Κι αν το δικό μου κείμενο τον άγγιξε συναισθηματικά, όπως μου γράφει, το ίδιο με άγγιξε το δικό του γράμμα, που με πήγε στα παιδικά μας χρόνια, της μεγάλης ανέχειας, που οι νεότεροι είναι αδύνατον να συλλάβουν.


Η φρυκτωρία στο Καίσαρι που στεφανώνει το λόφο με τα χρυσοκίτρινα κρινάκια (θα ξαναβγούν το φθινόπωρο). Πίσω η ανατολική (Ντουσαϊτικη) Ζήρια όπου και το χωριό του Νώντα.



Παραθέτω το γράμμα του Νώντα, για να με εννοήσετε.

«Αγαπητέ Κώστα χαίρε.

Το τελευταίο περί "φρυκτωριών" κείμενό σου (μη γνωρίζοντας καν τη σημασία της λέξης) με άγγιξε συναισθηματικά, γιατί στα παιδικά μου χρόνια, 5-6 ετών, είχα άμεση σχέση με το επικοινωνιακό αυτό μέσο, που παρ’ ότι έχει επινόηση χιλιάδων ετών, εν τούτοις έχει ακόμη την ίδια επικοινωνιακή ισχύ τον εικοστό αιώνα. Σύντομα θα εξηγήσω.

Το χωριό μου Κυλλήνη (παλιό Μπούζι)*, με υψόμετρο 1100 μέτρων, είναι φυσικά ακατάλληλο για να ξεχειμάσει κανείς ένα κοπάδι από 150 και πλέον πρόβατα, γι’ αυτό οι γονείς μου το εγκατέλειπαν το Νοέμβρη και επανέρχονταν τον Απρίλη. Τα στανοτόπια για ξεχείμασμα συνήθως άλλαζαν κάθε χρόνο. Έτσι μια χρονιά βρεθήκαμε στην Πιάδα (Νέα Επίδαυρο)**.

Επειδή όμως η χρονιά ήταν δύστυχη, ο πατέρας μου αναγκάστηκε να μεταφέρει το κοπάδι σε ένα ξερονήσι ανοιχτά του Κόρφου, ακατοίκητο φυσικά αλλά κατάλληλο για βοσκή. Εκεί ο πατέρας πέρασε δυο και πλέον χειμωνιάτικους μήνες μακριά από την υπόλοιπη οικογένεια.

Όταν λοιπόν ερχόταν το σούρουπο, η μάνα μου κι εγώ ανεβαίναμε σε έναν λόφο αγνάντι στη θάλασσα και εκεί από το "φρυκτώριο" ανάβαμε μια μεγάλη φωτιά, προς ένδειξη ότι είμασταν καλά, και εν συνεχεία περιμέναμε να ανταποκριθεί και ο πατέρας, με μια φωτιά εις ένδειξη πως και αυτός ήταν καλά. Αν η ανταπόκριση ήταν δυο φωτιές, αυτό σήμαινε πως είχε ξεμείνει από ψωμί και νερό, που συνήθως προμηθευόταν από τους ψαράδες με αντάλλαγμα γάλα, αν και οι χειμωνιάτικες φουρτούνες τον ανάγκαζαν πολλές φορές να ζει μόνο με γάλα.

Αν όμως οι φωτιές έφταναν τις τρεις, αυτό σηματοδοτούσε  κακό μαντάτο  και έπρεπε πάραυτα να αναζητήσουμε βαρκάρη με μέσο για το ξερονήσι. Εδώ το "φρυκτώριο" στο μεγαλείο του. Ευτυχώς που τέτοια κατάσταση δεν υπήρξε.

Έτσι λοιπόν αγαπητέ  Κώστα με το άρθρο σου μου ξύπνησες παιδικό παρελθόν με αγωνίες, φόβους και ταλαιπωρίες που τώρα, ως αναμνήσεις, φαίνονται και αυτές ωραίες.

Με φιλία και εκτίμηση

Νώντας

Είναι κρίμα που δεν ζει ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Είμαι σίγουρος πως αν διάβαζε το γράμμα του Νώντα θα μας χάριζε ένα ακόμα από τα αθάνατα διηγήματά του, αφού το γράμμα προσφέρει εξαιρετική πρώτη ύλη και πρώτης τάξεως ιδέα για να γραφτεί ένα τέτοιο διήγημα.

_________________________
Σημειώσεις Κ.Π.

* Το χωριό Κυλλήνη, που μέχρι το 1976 ονομαζόταν Μπούζι, βρίσκεται στις υπώρειες του όρους Κυλλήνη (Ζήριας)  και πιο συγκεκριμένα της ανατολικής (Ντουσαϊτικης) Ζήριας, αντικρίζοντας τη λίμνη της Στυμφαλίας. Σήμερα το χωριό έχει πολύ λίγους κατοίκους. Οι πρώτοι κάτοικοί του ήταν τρεις οικογένειες βοσκών από το Λάλα Ηλείας, που έφυγαν από το χωριό τους όταν κατέλαβαν την περιοχή τους οι Τούρκοι. Το πρώτο όνομα του χωριού (Μπούζι) προέρχεται από την τουρκική λέξη buz που σημαίνει πάγος, παγωνιά, κρύο (το λέμε και σήμερα: μπούζι!)

** Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και στα νεότερα χρόνια (σε αυτά που αναφέρεται ο Νώντας, δηλαδή δεκαετία του 1950) η Νέα Επίδαυρος αναφερόταν με το παλιό της όνομα (Πιάδα) αν και το όνομα αυτό είχε καταργηθεί πριν πάνω από έναν αιώνα. Η Πιάδα φαίνεται πως ιδρύθηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους και ήταν χτισμένη στο εσωτερικό ενός απόκρημνου βράχου, σε μία θέση που την καθιστούσε αθέατη από την θάλασσα, από την οποία απείχε ελάχιστα. Η επιλογή της θέσης εξυπηρετούσε την προστασία του χωριού από τους πειρατές. Τη φυσική οχύρωση της θέσης ενίσχυε η ύπαρξη του βυζαντινού κάστρου που στέκει ακόμα μισοερειπωμένο στον απόκρημνο βράχο στη βόρεια πλευρά του οικισμού. Το 1821, στην Πιάδα πραγματοποιήθηκε η Α' Εθνοσυνέλευση του επαναστατημένου ελληνικού κράτους (20 Δεκεμβρίου 1821). Η Α' Εθνοσυνέλευση, που ψήφισε την πρωτοχρονιά του 1822 το πρώτο ελληνικό σύνταγμα και όρισε ως ελληνική σημαία τη γαλανόλευκη, σήμερα αποκαλείται Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Όμως την περίοδο εκείνη η Νέα Επίδαυρος ονομαζόταν Πιάδα. Μετά την απελευθέρωση μετονομάστηκε στο σημερινό της όνομα.