Κώστας Παππής

2/19/2009

Οι ρίζες της βίας και πώς την παλεύεις: ένα σχόλιο

Αντιγράφω από την ειδησεογραφία της ημέρας:

«Ομάδα αγνώστων εισέβαλε την Τετάρτη (χθές) σε αίθουσα του Κτιρίου «Κωστής Παλαμάς» (Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Αθηνών) και ξυλοκόπησε τον καθηγητή Γιάννη Πανούση, ο οποίος ήταν ομιλητής σε εκδήλωση. Περίπου 50 κουκουλοφόροι εισέβαλαν στο κτίριο, κρατώντας βαριοπούλες, ξύλα, σίδερα, μπογιές και άλλα αντικείμενα την ώρα που βρίσκονταν σε εξέλιξη εκδήλωση με θέμα την κοινωνική μέριμνα για τους αποφυλακισμένους.

Oι κουκουλοφόροι επιτέθηκαν επίσης με βιαιότητα κατά των παρισταμένων και γρονθοκόπησαν τον κ. Πανούση. Ο κ. Πανούσης, αφού του παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες, μεταφέρθηκε στα εξωτερικά ιατρεία του «Ευαγγελισμού» για εξετάσεις. Νωρίς το βράδυ πήρε εξιτήριο.

Υπενθυμίζεται ότι στο γραφείο του κ. Πανούση, πριν από περίπου μία εβδομάδα, είχε τοποθετηθεί εμπρηστικός μηχανισμός.

Οι κουκουλοφόροι προκάλεσαν επίσης σημαντικές φθορές στο κτίριο, με σπασμένα αγάλματα, πίνακες και συνθήματα στους τοίχους».

Η παραπάνω είδηση, αν συσχετιστεί με ανάλογες ειδήσεις και με όσα έχουμε δει τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα, δείχνει πως έχουμε μπει σε μια περίοδο βίας και τρομοκρατίας που κανείς δεν ξέρει πόσο θα κρατήσει και μέχρι πού θα κλιμακωθεί. Το Ελληνικό πανεπιστήμιο είναι στο μάτι αυτού του κυκλώνα. Χαρακτηριστικό της βίας αυτής είναι ότι πρόκειται για μια βία τυφλή, κτηνώδη, που δείχνει απέραντο μίσος. Πραγματοποιείται από ομάδες κουκουλοφόρων που είτε προβάλλουν κάποιο αίτημα είτε απλά χτυπούν και φεύγουν, πάντα ακαταδίωκτοι, χωρίς να δώσουν στίγμα της βούλησής τους, πέρα από το να καταστρέψουν.

Το τελευταίο επεισόδιο, με τον τραυματισμό (με σιδερογροθιά!) του Καθηγητή Γιάννη Πανούση αποτελεί απόδειξη του ισχυρισμού ότι η βία αυτή είναι τυφλή. Ο κ.Πανούσης είναι γνωστό ότι αποτελεί μια προοδευτική προσωπικότητα. Με παρεμβάσεις του πήρε συχνά θέσεις σε σημαντικά πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, θέσεις κάθε άλλο παρά αντιδραστικές, ενώ τάχθηκε ανοιχτά με το μέρος ανθρώπων που υφίστανται τη μοίρα της μειοψηφίας και καταπιέζονται.

Δεν θα μπούμε στο διάλογο για το ποιος φταίει για την κλιμάκωση της βίας και της τρομοκρατίας, και ειδικότερα για τις ευθύνες της (υπεύθυνης) κυβέρνησης. Το θέμα έχει τέτοιες διαστάσεις που ξεπερνάει ίσως τις (υπαρκτές) ευθύνες μιας κυβέρνησης. Ένα βασικό ερώτημα είναι, βέβαια, πώς αντιμετωπίζεται, κι ένα δεύτερο είναι ποιες είναι οι ρίζες αυτής της βίας. Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα προϋποθέτει απάντηση στο δεύτερο.

Αν δεν υπήρχαν οι συγκεκριμένες συνθήκες που τροφοδοτούν και ενισχύουν τη βία στην Ελλάδα (εθνική και παγκόσμια οικονομική κρίση, κατάσταση της παιδείας στη χώρα, μια κουλτούρα ατομισμού, αυθαιρεσίας και ακραίας συμπεριφοράς που έχει εγκατασταθεί πια από χρόνια στην Ελλάδα) θα λέγαμε ότι, απλά, δεν υπάρχει καμιά άλλη εξήγηση, παρά μόνο μια: αυτή που προβάλλει η θεωρία της (ενδεχόμενα εισαγόμενης) σκόπιμης βίας, που υπηρετεί συγκεκριμένες επιδιώξεις αποσταθεροποίησης στη χώρα (και ίσως και στην ευρύτερη περιοχή) από δυνάμεις που ίσως είναι ξένες προς τη χώρα. Οι κουκουλοφόροι που επιτίθενται τυφλά και με απίστευτη βαναυσότητα σε ζωντανούς ή άψυχους στόχους, φέρονται σαν πράκτορες σε διατεταγμένη υπηρεσία, που κάθε άλλο παρά ενδιαφέρονται να δοθεί ικανοποίηση σε αιτήματα που προβάλλουν, όταν τα προβάλλουν. Η πρακτική τους, αν φέρνει κάποιο αποτέλεσμα πέρα από τις σωματικές βλάβες και τις υλικές καταστροφές, αυτό είναι η συσσώρευση οργής στο κοινωνικό σώμα, που πάντως δεν στρέφεται κατά των πραγματικών αιτίων των προβλημάτων της χώρας. Το κοινωνικό σώμα, ανήμπορο μπροστά σε αυτές τις εκρήξεις βίας, χάνει όλο και περισσότερο την πίστη του στους θεσμούς, στην ίδια τη δημοκρατία και στις δυνατότητές της να εξασφαλίζει συνθήκες ελεύθερου διαλόγου, την ειρήνη, την ασφάλεια και την ευημερία των πολιτών.

Όποια και νάναι η ρίζα του κακού, τη λύση στο πρόβλημα πρέπει να ψάξει να τη βρει η ίδια η δημοκρατία, με όλες τις δυνάμεις της, και με το έσχατο όπλο που προβλέπει το Σύνταγμα για την υπεράσπιση του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας: τον πατριωτισμό των Ελλήνων.