Κώστας Παππής

5/10/2023

Γκεμάλης




Απόσπασμα 4 από το βιβλίο «Στρατολάτες»

(Κώστας Παππής, Εκδόσεις Βασδέκη, 2022)

- Λοιπόν, σου είπα για τον σύντροφο του πατέρα μου, την γκλίτσα. Τέτοιος πιστός σύντροφός του ήταν και το τσοπανόσκυλό μας, που ήταν και του κοπαδιού σύντροφος. Ο σκύλος μας ήταν καλός φύλακας, έβαζε το κοπάδι σε τάξη, δεν άφηνε ζωντανά να ξεμακραίνουν, όποιο πήγαινε να ξεστρατίσει ή καθυστερούσε το έφερνε μαζί με τ’ άλλα. Γενικά ήταν σχεδόν ό,τι κι ο πατέρας μου για το κοπάδι. Όταν λέω ήταν καλός φύλακας, εννοώ σε όλα. Φύλαγε το κοπάδι από άγρια ζώα μέχρι ζωοκλέφτες. Αν και οι κίνδυνοι αυτοί είχαν σχεδόν εκλείψει εκείνη την εποχή, στην περιοχή μας τουλάχιστον. Από άγρια ζώα, υπήρχε μόνο το τσακάλι, που υπάρχει και τώρα.

Εκείνα τα χρόνια, ειδικά όταν κατεβήκαμε στην Πιάδα, είχαμε ένα σκύλο που ο πατέρας μου τον είχε βαφτίσει Γκεμάλη. Ήταν ο καλύτερος σκύλος που είχαμε, κι όταν για κάποιο λόγο μας ψόφησε, στην οικογένειά μας είχαμε μεγάλο πένθος. Δεν είναι εύκολο να βρεις τέτοιο καλό σκύλο. Ο πατέρας μου είχε πάντα ένα σκύλο από καλή ράτσα, τον είχε καλύτερα κι από παιδί του, και τον καλοτάιζε. Ο Γκεμάλης έπαιρνε στροφές σαν άνθρωπος, ήταν πονηρός. Ήταν και άγριος απέναντι σε κάθε ξένο, που δεν εμπιστευόταν.

- Γιατί τον έβγαλες Γκεμάλη; ρώτησα μια φορά τον πατέρα μου.

- Το ίδιο όνομα είχε δώσει ο πατέρας μου, ο παππούς σου, σ’ ένα σκύλο που είχαμε, που του είχε αδυναμία.

- Και γιατί τον είχε βγάλει Γκεμάλη; επέμεινα.

- Απ’ τον Κεμάλ Ατατούρκ, μου απάντησε! Ήταν ίδιος στην πονηριά και στην εξυπνάδα. Αλεπού!

Και μετά συμπλήρωσε:

- Και γιατί ήταν σκληρό σκυλί, άγριο, δύσκολα το έπιανες φίλο.

Αυτό του είχε πει ο πατέρας του, που είχε πολεμήσει στη Μικρά Ασία. Και μετά ξεκίναγε να του διηγείται ιστορίες για τη μικρασιατική εκστρατεία, για τις περιπέτειες και τις κακουχίες κι όσα πάθανε, που κόντεψε ν’ αφήσει τα κόκαλά του στην έρημο.

 

Ανοίγει πάλι η ψαλίδα...

«Ανοίγει πάλι η ψαλίδα…», μου έλεγε μια φίλη φανερά στενοχωρημένη.

Είχαμε συναντηθεί στην αγορά, βιαστικοί κι οι δυο. Μόλις πρόλαβα να τις πω δυο λόγια για να την καθησυχάσω. Αν είχαμε περισσότερο χρόνο θα της έλεγα πολύ περισσότερα, σαν κι αυτά που λέω παρακάτω.

Ο λόγος για τις δημοσκοπήσεις. Που, μετά το μαζικό φονικό στα Τέμπη που συγκλόνισε τη χώρα, έδειξαν για ένα διάστημα ένα σημαντικό κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στα δυο πρώτα κόμματα. Κυρίως έδειξαν να αγριεύουν οι εκλογικές διαθέσεις του κόσμου απέναντι στο κόμμα που κυβερνάει. Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός κι η ψαλίδα άρχισε ν’ ανοίγει ξανά. Σχεδόν σαν να μην είχε συμβεί το μακελειό ή σαν να είχαν συχωρεθεί ή ξεχαστεί οι τεράστιες ευθύνες ενός κράτους που τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αφού ξεχαρβαλώθηκε, αφού οδήγησε την κοινωνία σε πτώχευση οικονομική, πνευματική, ηθική, ξαναμονταρίστηκε στο ρόλο μιας οικογενειακής επιχείρησης που μοιράζει κέρδη κι εξυπηρετήσεις στους φίλους.

Το έλεγαν μερικοί όταν η ψαλίδα έδειχνε να κλείνει μετά την τραγωδία των Τεμπών: «κάτσε και θα δεις, στη χώρα αυτή κατοικούν λωτοφάγοι. Το μόνο που δεν ξεχνούν είναι η τσέπη τους». Αλλά ποια τσέπη; Αυτή πια δεν φτάνει να πληρώσει με το μηνιάτικο τις μέρες του μήνα. Οι περισσότεροι επέμειναν: «μη πιστεύεις τίποτα, όλα είναι στημένα». Κι άλλοι το προχωρούσαν: «κι αν δεν είναι στημένα, δηλαδή πουλημένα, δώσανε ποτέ λογαριασμό για το πώς κάνουν τις δημοσκοπήσεις, βγάζουν συμπεράσματα και μοιράζουν ποσοστά;». Κι άλλοι : «μα δεν το έμαθες ακόμα το μάθημα; Πόσες φορές, δεν έπεσαν τραγικά έξω στις προβλέψεις τους, απλούστατα γιατί τις έκαναν κατά πώς τους βόλευε ή τους υπαγόρευαν οι επικοινωνιολόγοι του κόμματος-πελάτη; Ως πότε θα γίνεσαι το θύμα στο παιχνίδι των συμφερόντων τους;». Κι ακόμα: «Τι περίμενες; Εδώ τον αρμόδιο υπουργό, που θα έπρεπε να είχε κρυφτεί από προσώπου γης μέχρι να κληθεί να πληρώσει για τις ευθύνες του, τον έβαλε ξανά υποψήφιο στο νομό Σερρών, σαν να μην έτρεξε τίποτα! Και τα πετσωμένα ΜΜ Αποβλάκωσης έσβησαν κάθε αναφορά στην τραγωδία! Πώς να μη ξεχάσει ο κόσμος;».

Είναι γνωστό πως δεν είναι λίγες οι φορές που οι δημοσκοπήσεις έπεσαν εκκωφαντικά έξω, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε όλο τον κόσμο. Ένα από τα πιο διαβόητα παραδείγματα αποτυχίας των δημοσκοπήσεων σημειώθηκε κατά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν σταθερά ότι η Χίλαρι Κλίντον θα κέρδιζε, με ορισμένες εκτιμήσεις να της δίνουν πάνω από 90% πιθανότητα νίκης. Όμως ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ που κέρδισε τις εκλογές. Στην Ελλάδα μια από τις πιο σημαντικές αποτυχίες των δημοσκοπήσεων σημειώθηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2015. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σταθερά τον ΣΥΡΙΖΑ με οριακό προβάδισμα απέναντι στη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, όταν έγινε η καταμέτρηση των ψήφων, ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε με πολύ μεγαλύτερη νίκη από την προβλεπόμενη, εξασφαλίζοντας το 35,46% των ψήφων έναντι του 28,10% της Νέας Δημοκρατίας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Οι δημοσκοπήσεις καθιερώθηκαν σε όλο τον κόσμο σαν ένα απαραίτητο εργαλείο για τη μέτρηση της κοινής γνώμης, Έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης πολιτικής. Παρέχουν έναν γρήγορο κι εύκολο τρόπο μέτρησης της κοινής γνώμης για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όχι μόνο των εκλογικών προτιμήσεων. Με βάση τα αποτελέσματά τους προσδιορίζονται οι λαϊκές τάσεις και προτιμήσεις και χαράσσονται πολιτικές. Εκείνο που τις διαφοροποιεί και τις «χρωματίζει» είναι ο σκοπός τους, που δεν είναι πάντα αγαθός. Όχι σπάνια είναι το αντίθετο: είναι κάτι ανήθικο και επιβλαβές για τη δημοκρατία!

Πράγματι, δεν είναι λίγες οι φορές που οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιούνται για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, τη διάδοση παραπληροφόρησης (fake news) ή τη φίμωση των διαφωνούντων. Δηλαδή για κακόβουλους σκοπούς.

Ας δούμε τι συμβαίνει με την πρώτη, τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Οι δημοσκόποι μπορούν να επιλέξουν και να διαμορφώσουν τις ερωτήσεις κατάλληλα (για τους σκοπούς τους), με τρόπο που οι απαντήσεις σ’ αυτές να δημιουργούν την πλαστή εικόνα που επιθυμούν. Μπορούν επίσης να χειραγωγήσουν τις μεθόδους δειγματοληψίας επιλέγοντας από το συνολικό πληθυσμό το κατάλληλο για τους σκοπούς τους δείγμα που τους συμφέρει. Μπορούν, τέλος, να προβάλλουν επιλεκτικά τα αποτελέσματα που τους συμφέρουν (δηλαδή συμφέρουν στους πελάτες τους που τους πληρώνουν για να κάνουν την έρευνα) ή να αποκρύψουν και να υποβαθμίσουν άλλα για να δημιουργήσουν την εντύπωση της λαϊκής υποστήριξης στον πελάτη τους ή για μια συγκεκριμένη άποψη ή πολιτική του πελάτη τους. Αποτέλεσμα: το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης επηρεάζει ανάλογα και αλλοιώνει την κοινή γνώμη. Τελικά αλλοιώνεται το αποτέλεσμα των εκλογών!

Τα παραπάνω έχουν σχέση με την παραπληροφόρηση, μια άλλη κακόβουλη χρήση των δημοσκοπήσεων. Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης μπορούν να παρουσιαστούν με τρόπο που να παραποιεί τα πραγματικά δεδομένα ή να προβάλλει επιλεκτικά ορισμένα ευρήματα ώστε το κοινό να οδηγηθεί σε ψευδή συμπεράσματα. Στη χειρότερη περίπτωση, μια δημοσκόπηση μπορεί να είναι ακόμη και εξ ολοκλήρου κατασκευασμένη ή χειραγωγημένη για να εξυπηρετήσει μια συγκεκριμένη σκοπιμότητα!

Οι δημοσκοπήσεις μπορούν ακόμα να χρησιμοποιηθούν για να φιμώσουν τις φωνές που διαφωνούν. Πώς γίνεται αυτό; Παρουσιάζοντας πλαστά αποτελέσματα που δείχνουν συντριπτική υποστήριξη για μια συγκεκριμένη θέση ή άποψη. Δημιουργείται με αυτό τον τρόπο μια ψεύτικη εικόνα συναίνεσης και αποθαρρύνονται οι διαφωνούντες να μιλούν εναντίον αυτής της άποψης. Οι διαφωνούντες αποφεύγουν τότε να εκφράσουν τις απόψεις τους. Αποτέλεσμα: η καταστολή διαφορετικών προοπτικών και ιδεών!

Ένα παραπροϊόν των πλαστών ή χειραγωγούμενων δημοσκοπήσεων είναι φυσικά και ο εκφοβισμός των οπαδών των αντίπαλων παρατάξεων για να μην εκφράζουν ανοιχτά τις προτιμήσεις τους από την απειλή να τιμωρηθούν από τους νικητές!

Από τα παραπάνω μπορούμε να αντλήσουμε κάποια σημαντικά συμπεράσματα για τις δημοσκοπήσεις, για τους κινδύνους εξαπάτησης που κρύβουν και τις απειλές κατά της δημοκρατίας και της κοινωνίας που προκύπτουν απ’ αυτές. Σαν κοινωνία, πρέπει να έχουμε μηχανισμούς και διαδικασίες για τον πιο αυστηρό έλεγχο των αποτελεσμάτων των δημοσκοπήσεων και των μεθόδων και των κινήτρων πίσω από αυτές. Γιατί, με βάση όσα ειπώθηκαν, ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κακά για την δημοκρατία και την κοινωνία από τη διενέργεια δημοσκοπήσεων, θα έφτανε ίσως κανείς μέχρι και να συμπεράνει ότι τόσο η δημοκρατία όσο και η κοινωνία θα είχαν περισσότερα να ωφεληθούν αν οι δημοσκοπήσεις έλειπαν από τη δημόσια ζωή!

Σε κάθε περίπτωση, ας είμαστε διπλά κουμπωμένοι!