Κώστας Παππής

4/09/2009

Ο Μεγάλος Αδελφός έρχεται;

"Οι τράπεζες άρχισαν τις ... αμερικανιές" έγραφε πριν λίγους μήνες δημοσίευμα της "Ελευθεροτυπίας", αναφερόμενο στην εγκατάσταση ηλεκτρονικών συστημάτων καταγραφής του προσώπου των πελατών συγκεκριμένης Τράπεζας σε υποκαταστήματά της. Σε άλλα δημοσιεύματα γινόταν πάλι λόγος για εγκατάσταση συστήματος φωτογράφησης-ιριδοσκόπησης πελατών διαφόρων Τραπεζών. Πρόσφατα, στο διαδίκτυο, κυκλοφόρησε ευρύτατα αναφορά-καταγγελία πολίτη στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) σχετικά με το νέο ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής του προσώπου των πελατών που έχει τοποθετηθεί σε πολλά καταστήματα Τραπεζών ανά την Ελλάδα. Ο πολίτης που έκανε την καταγγελία, πελάτης συγκεκριμένης Τράπεζας, προσήλθε για συναλλαγή στο υποκατάστημα της Τράπεζας της γειτονιάς του και διαπίστωσε ότι για την είσοδο στο κατάστημα έπρεπε να μπει σε ειδικά σχεδιασμένο κουβούκλιο, μέσα στο οποίο έπρεπε να κοιτάξει μια κάμερα και εν συνεχεία να μπει στην Τράπεζα. Επειδή αρνήθηκε να υπακούσει στις φωνητικές οδηγίες που τον καλούσαν να κοιτάξει στην κάμερα, πλησίασε υπάλληλος της Τράπεζας πίσω από το γυάλινο τζάμι του κουβουκλίου και τον ενημέρωσε προφορικά ότι είτε θα ακολουθήσει τις φωνητικές οδηγίες να εστιάσει το βλέμμα του στην κάμερα προκειμένου να απασφαλιστεί η κύρια πόρτα εισόδου στην Τράπεζα, είτε πρέπει να αποχωρήσει διότι δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος συναλλαγών στο υποκατάστημα!
Και λοιπόν; Τι το κακό υπάρχει σ’ αυτό τον τρόπο ελέγχου των πελατών μιας Τράπεζας; Προφανώς δεν γίνεται για κανέναν άλλο σκοπό παρά για την ασφάλεια της Τράπεζας και όσων βρίσκονται μέσα σ’ αυτήν, μαζί και των πελατών της, ενώ δεν συνιστά κανένα κίνδυνο γι’ αυτόν που υφίσταται τη φωτογράφιση-ιριδοσκόπηση!

Προφανώς; Ο πολίτης, όμως, που έκανε τη συγκεκριμένη καταγγελία έχει αντιρρήσεις: «Εγώ δε συναίνεσα στην επεξεργασία των προσωπικών μου δεδομένων για να επιτρέψω στην Τράπεζα να τα συλλέξει, ούτε ο υπεύθυνος επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων είχε αναρτήσει απόφαση της ΑΠΔΠΧ για την επεξεργασία αυτών παρά μόνο εντολές στον τρόπο συλλογής τους», γράφει. «Η Φωτογράφιση-Ιριδοσκόπηση προσβάλλει την προσωπικότητα μου και τη θρησκευτική μου συνείδηση (Άρθρα 5 & 13 Συντάγματος), παραβιάζει τα προσωπικά μου δεδομένα (Ν.2472/1997), το δικαίωμα στην προσωπικότητα μου, τα χρηστά ήθη και την καλή πίστη βλάπτοντας παράλληλα μονομερώς καταχρηστικά και εις βάρος μου τη συμβατική μου σχέση με την Τράπεζα και το τεκμήριο αθωότητας μου (Ποινικό Δίκαιο) και επιφέρει ενδεχόμενη ανήκεστη βλάβη στην υγεία μου (τύφλωση)». Για το τελευταίο παραπέμπει σε άλλο δημοσίευμα, σύμφωνα με το οποίο η λήψη ειδικά ενός τύπου βιομετρικών στοιχείων, η βιομετρική λήψη της ίριδας, ενέχει σοβαρούς κινδύνους καθώς μπορεί να προκαλέσει ακόμη και τύφλωση εάν δε μετρηθεί σωστά.

Πριν μερικά χρόνια είχα βρεθεί για λίγες μέρες στη Νέα Υόρκη (πριν από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου). Καταπληκτική πόλη. Μοναδική. Δεν εξαντλείται ούτε σε λίγες μέρες, ούτε σε λίγες εβδομάδες, ίσως ούτε σε μήνες. Και οι φίλοι μου εκεί μου είχαν επιφυλάξει εξαιρετική φιλοξενία. Όταν, πάντως, ήρθε η ώρα να φύγω διαπίστωσα ότι δεν ήθελα να γυρίσω σε αυτή την πόλη. Η κυκλοφορία μου στους δημόσιους χώρους, πολλοί από τους οποίους είναι πράγματι σαγηνευτικοί, μου προκαλούσε ένα ασφυκτικό αίσθημα ότι παρακολουθούμαι και ελέγχομαι σε κάθε μου βήμα. Σε σύγκριση με την (τότε) Ελλάδα, αισθάνθηκα ότι βρέθηκα σε φυλακή.

Πριν κάμποσο καιρό (θα είναι τώρα δυο χρόνια, μπορεί και περισσότερο) πήρα ένα γράμμα από την Krystyna, παλιά φίλη από τον καιρό που έζησα για λίγα χρόνια στο Λονδίνο, σπουδάζοντας. Μου έγραφε η φίλη μου ότι δεν μπορούσε πια να ζει στο Λονδίνο, την πόλη που θυμάμαι με νοσταλγία σαν ένα παράδεισο ελευθερίας στα χρόνια του 1970. Τα μάζευε για να φύγει για κάπου αλλού στην Ευρώπη. Το Λονδίνο είχε γίνει πια μια “αστυνομική πόλη” (police state). Παντού κάμερες, μάτια ηλεκτρονικά να σε παρακολουθούν και να καταγράφουν την κάθε σου κίνηση. Το επόμενο γράμμα που πήρα από την Krystyna δεν ήταν από το Λονδίνο, δεν ήταν από την Αγγλία. Η φίλη μου δεν ζει πια εκεί.

Στο μυθιστόρημα με τίτλο «1984», γραμμένο το 1947-48, ο συγγραφέας του George Orwell μιλάει για ένα μελλοντικό, ολοκληρωτικό Λονδίνο (το μυθιστόρημα αναφέρεται στο έτος 1984, κάπου 40 χρόνια μετά τη συγγραφή του). Σε αυτό υπάρχει μόνο ένα κόμμα, που κυβερνάει μπαίνοντας παντού, σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, ελέγχοντας κάθε στιγμή, σε κάθε κίνησή τους, τους ανθρώπους μέσω του «Υπουργείου Αλήθειας», ενός στυγνού μηχανισμού ελέγχου και προπαγάνδας, που δεν επιτρέπει καμιά αλήθεια άλλη από αυτή του κόμματος. Η ιστορία σβήνεται και ξαναγράφεται από την αρχή σύμφωνα με το συμφέρον του κόμματος. Μεγάλη μορφή του καθεστώτος είναι ο Μεγάλος Αδελφός ( Big Brother), ο δικτάτορας που ελέγχει τα πάντα και παρακολουθεί και γνωρίζει τα πάντα για τους πάντες.

Αυτά που έγιναν στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, από κάπου ξεκίνησαν.

Αν όλα τα παραπάνω (και όλα τα άλλα – οι κάμερες στους δρόμους, σε όλους τους δημόσιους χώρους…) συσχετίζονται, συσχετίστε τα και αναρωτηθείτε κι εσείς: ο Μεγάλος Αδελφός μήπως έρχεται;