Κώστας Παππής

10/24/2011

Καταλήψεις



Διατύπωσα πρόσφατα κάποιες αρχές που η εφαρμογή τους αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, πρoϋπόθεση για να οδηγηθούμε στην έξοδο από τον εφιάλτη που καλύπτει τη χώρα। Επιχειρώ να δοκιμάσω μια από αυτές, την πρώτη συγκεκριμένα, στο γεγονός των καταλήψεων των πανεπιστημίων. Μας οδηγούν οι καταλήψεις στην έξοδο από τον εφιάλτη ή μήπως εδραιώνουν την παρουσία του;

Αρχή πρώτη, λοιπόν: η χώρα να αποκτήσει επιτέλους, όπου δεν έχει, υγιείς και μόνιμους θεσμούς και οι πολίτες να μάθουν να τους σέβονται.

Οι καταλήψεις αποτελούν ακραίο φαινόμενο καταπάτησης θεσμών και νόμων, και μάλιστα με την άσκηση βίας και αυθαιρεσίας (βλέπε και δεύτερη αρχή: “Να μπει τέρμα στην κρατική βία και αυθαιρεσία. Αλλά να μπει τέρμα στη βία και την αυθαιρεσία και των πολιτών, όλων όσοι διεκδικούν αιτήματα και δικαιώματα, όσο αδικημένοι και αν αισθάνονται. Που ασκούν βία και αυθαιρεσία σε βάρος άλλων πολιτών, σε βάρος της οικονομίας και της κοινωνίας”). Αποτελούν ευθεία παραβίαση ακόμα και του θεσμού του ασύλου που ίσχυε ως πρόσφατα, για τον οποίο κόπτονται οι τωρινοί καταληψίες. Για να ακριβολογούμε, ο θεσμός του ασύλου, όπως τον εννοεί μια ελάχιστη, δυναμική μειοψηφία των φοιτητών, αυτών που κάνουν τις καταλήψεις, έχει το εξής νόημα: «το κλειδώνουμε» επειδή έτσι αποφασίσαμε εμείς οι 100-200-300, σαν να είναι ιδιοκτησία μας, και απαγορεύεται η είσοδος εις πάντας, ακόμα και στους άλλους συν-«ενοίκους» του πανεπιστημίου, που συμβαίνει να είναι και οι μόνιμοι (όχι περαστικοί, για 4-5-6 χρόνια, όπως οι φοιτητές) «ένοικοι» των πανεπιστημίων, διδάσκοντες, ερευνητές, διοικητικούς υπαλλήλους κλπ. Απαγορεύεται, για όσο διαρκεί η κατάληψη, κάθε διακίνηση ελεύθερης σκέψης (π.χ. μέσω της διδασκαλίας ή με την πραγματοποίηση ερευνητικής εργασίας, ή έστω με ανοιχτή συνέλευση), αφού απαγορεύεται ρητώς και δια ροπάλου η παρουσία στον υπό κατάληψη χώρο των φυσικών φορέων της ελεύθερης σκέψης. Απαγορεύεται ακόμα η παρουσία φοιτητών που δεν υποστηρίζουν την κατάληψη και που θέλουν π.χ. να εξεταστούν, να παρακολουθήσουν κανονικά τις διαλέξεις των καθηγητών τους κλπ.

Η χώρα, βέβαια, απέκτησε πρόσφατα νέο νόμο για τα ΑΕΙ, που ψηφίστηκε με πρωτοφανή πλειοψηφία στη Βουλή. Είναι να απορεί κανείς πώς, με την καταγγελία και την άρνηση του νόμου, και μάλιστα στο σύνολό του, και με τη απαίτηση, πριν καν δοκιμαστεί, να μην εφαρμοστεί, γίνεται σεβαστή η παραπάνω αρχή. Με την πρακτική της προκλητικής παραβίασής του στην πράξη από μια οποιαδήποτε δυναμική μειοψηφία, αποκλείεται η χώρα να αποκτήσει υγιείς και μόνιμους θεσμούς, τους οποίους να σέβονται οι πολίτες. Ας μη γελιόμαστε. Οι καταλήψεις θα ατονήσουν κάποια στιγμή. Έρχεται όμως, και μάλιστα σύντομα, η ώρα της εφαρμογής όσων προβλέπει ο νόμος, π.χ. για την εκλογή των νέων πρυτάνεων, η οποία θα γίνεται πλέον με νέο τρόπο, όπου αποκλείεται η συμμετοχή των φοιτητών (το γνωστό αμαρτωλό καθεστώς που εκμεταλλεύτηκαν αγρίως για ίδιο όφελος οι φοιτητοπατέρες για την κομματική και επαγγελματική τους ανέλιξη και διάφοροι ανεκδιήγητοι πρυτάνεις-φελλοί για την ηδονή της νομής μιας εξουσίας που ήταν σε πλήρη αναντιστοιχία με τη μηδαμινότητά τους). Έχει κανείς την ψευδαίσθηση ότι η ίδια δυναμική μειοψηφία, που αποφασίζει τις καταλήψεις, συνεπικουρούμενη από αντίστοιχες καθηγητικές μειοψηφίες, θα παραμείνει αδρανής, και δεν θα προσπαθήσει να εμποδίσει τις εκλογές πρύτανη και, γενικότερα, την εφαρμογή του νόμου;

Τα παραπάνω δεν αποτελούν επιχειρήματα κατά της άποψης ότι ο νόμος που ψηφίστηκε έχει αδυναμίες, και μάλιστα σοβαρές. Καθένας δικαιούται να έχει και να υπερασπίζεται δημόσια τις απόψεις τους πάνω σε αυτό το ζήτημα, και να υποστηρίζει την ανάγκη αναθεώρησης ή και κατάργησής του – νόμιμα! Ούτε αποτελούν επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης των κοινωνικών αγώνων, ιδίως όταν ισχύουν, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, συνθήκες «οιονεί πολεμικές». Οι κοινωνικοί αγώνες είναι απολύτως αναγκαίοι, ιδίως σε συνθήκες κρίσης, όπως η σημερινή, για να αποφευχθούν τα χειρότερα ή για να προστατευτεί η κοινωνία από την κυβερνητική βία, αυθαιρεσία ή αναλγησία. Όμως οι αγώνες αυτοί δεν μπορούν να ανατινάζουν, με μέσο τις καταλήψεις, τις ίδιες τις προϋποθέσεις εξόδου της χώρας από την κρίση. Και μια τέτοια αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη θεσμών και νόμων και ο σεβασμός τους από τους πολίτες.

Αν ισχύουν τα παραπάνω, οι καταλήψεις των πανεπιστημίων μας οδηγούν, στο μερίδιο που τους αναλογεί, στην εδραίωση της παρουσίας του εφιάλτη πάνω από τη χώρα, αποκλείοντας κάθε διέξοδο.