Κώστας Παππής

9/01/2013

Η αλησμόνητη Κυρία Αντωνοπούλου



Στην τελευταία τάξη (8η Γυμνασίου τότε, 3η Λυκείου σήμερα) τη σχολική χρονιά 1962-63, στο Κιάτο, αποφασίζεται και διατάσσεται ξαφνικά από τον τότε Γυμνασιάρχη, με τη συμφωνία και σύμπραξη και άλλων καθηγητών, η «κουρά εν χρώ» (δηλαδή κούρεμα με την ψιλή) των 18χρονων τελειοφοίτων, επί θύραις ακαδημαϊκών πολιτών. Γιατί; Άβυσσος ο μέχρι φασισμού συντηρητισμός, η αντιδραστικότητα, η βλακεία τελικά κάποιων - χαρακτηριστικά τυπικά της δικτατορίας που βύθισε στο σκοτάδι την Ελλάδα μετά από λίγα χρόνια.
 
Οι άρρενες, με τη συμπαράσταση των συμμαθητριών τους, αρνούνται να μπουν στην τάξη. Κηρύσσουν αποχή από τα μαθήματα, πράξη πρωτοφανής, επαναστατική σχεδόν για τα χρόνια εκείνα. Η συνέχεια: οι μαθητές συλλαμβάνονται και κρατούνται από την αστυνομία ως στασιαστές, μεταφέρονται με ειδικό στρατιωτικό καμιόνι δια της βίας στο σχολείο και παραδίνονται στον φωτισμένο Γυμνασιάρχη.
 
Υπεύθυνη Καθηγήτρια για όλη την 6ετία των γυμνασιακών σπουδών της συγκεκριμένης τάξης ήταν η φιλόλογος Κυρία Ειρήνη Αντωνοπούλου. Ούτε έχει ενημερωθεί, ούτε ρωτηθεί για την απόφαση και τα μέτρα που θα παίρνονταν κατά των «στασιαστών». Καθώς προσέρχεται στο Γυμνάσιο βλέπει  απέξω τους μαθητές μαντρωμένους στο καμιόνι.  Αιφνιδιασμένη μπροστά στο οικτρό θέαμα, αναλύεται σε δάκρυα φωνάζοντας «κοιτάξτε πώς κατάντησαν τα παιδιά μου». Ήταν η μόνη που τόλμησε, η μόνη θαρραλέα φωνή που αντιστάθηκε στην αστυνομοκρατία που βασίλευε στο Κιάτο.
 
***
 
Από τα σχολεία και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, περνάνε λίγοι δάσκαλοι  και πολλοί «δάσκαλοι». Οι λίγοι διακρίνονται για την καλλιέργειά τους, την αγάπη στο λειτούργημά τους, τη δίκαιη κρίση τους. Οι πολλοί απλώς διεκπεραιώνουν, συχνά πλημμελώς, τα καθήκοντα για τα οποία αμείβονται. Αυτά αποτελούν μάλλον κοινή πεποίθηση και δεν έχω σκοπό ούτε αισθάνομαι την ανάγκη να τα τεκμηριώσω.
 
H Κυρία Ειρήνη Αντωνοπούλου ανήκε στην ομάδα των λίγων, των ξεχωριστών δασκάλων, που τίμησαν το λειτούργημά τους. Έτσι έχει καταγραφεί στη μνήμη των μαθητών της στο, ενιαίο τότε, εξατάξιο Γυμνάσιο του Κιάτου (ένας από αυτούς υπήρξα κι εγώ στα τέλη της δεκαετίας του 50 με αρχές του 60). Το οικογενειακό της όνομα ήταν Διαμαντοπούλου και προερχόταν από αστική οικογένεια με σπουδαία καλλιέργεια. Ήταν παντρεμένη με τον Καθηγητή των Θρησκευτικών Αντώνιο Αντωνόπουλο. Αδελφός της ήταν ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος, που αναγνωρίζεται ως κορυφαίος ζωγράφος, από τους καλύτερους της γενιάς του. Γιός της είναι ο Κίμωνας Αντωνόπουλος, Καθηγητής στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
 
Ήταν σπουδαία τύχη για τη μικρή κοινωνία του Κιάτου να αναλάβει μια φιλόλογος τέτοιας καλλιέργειας και ευαισθησίας όπως η δική της την εισαγωγή των εφήβων και των νέων της στη μελέτη των Ελληνικών, αρχαίων και νέων. Η  μόρφωση και η αγάπη της για το αντικείμενό της ήταν πέρα από τα συνήθη μέτρα. Το ίδιο πέρα από τα συνήθη μέτρα ήταν η παιδαγωγική της αξία. Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία αφού η γνώση και η σωστή χρήση της γλώσσας (πρέπει να) τοποθετείται στην κορυφή της πυραμίδας της γνώσης και είναι κριτήριο ορθής σκέψης. Πολλές ευκαιρίες είχα σε όλη μου τη ζωή την ευκαιρία να το επιβεβαιώσω αυτό, παρόλο που ο δρόμος των σπουδών μου τελειώνοντας το Γυμνάσιο τράβηξε προς το Πολυτεχνείο.
 
Με την ακούραστη φροντίδα και καθοδήγησή της, μαζί με τους συμμαθητές μου, έδωσα τη μάχη για να κάνω τα πρώτα μου βήματα στον απέραντο πλούτο της Ελληνικής γλώσσας και της λογοτεχνίας. Της χρωστώ ευγνωμοσύνη για τη συνεχή ενθάρρυνσή της και για την αγάπη που μου ενέπνευσε για το διάβασμα και την απόλαυση των θησαυρών του γραπτού λόγου. Θυμάμαι τα βιβλία και τα λογοτεχνικά περιοδικά που μου δάνεισε από την προσωπική της βιβλιοθήκη, και τον ενθουσιασμό της για τα ποιήματα που δημοσίευα στη Διάπλαση των Παίδων, όπου εκείνη με μύησε, και για την απόπειρά μου να αποδώσω έμμετρα στη νέα Ελληνική ένα ποίημα της Σαπφούς.
 
Αυτά τα λίγα για τη μεγάλη δασκάλα, το σπουδαίο άνθρωπο, την αλησμόνητη Κυρία Ειρήνη Αντωνοπούλου. Μαζί με ένα μεγάλο «ευχαριστώ» από την καρδιά μου για όσα μου πρόσφερε.